pattern

Επίθετα που Προκαλούν Ένα Συγκεκριμένο Συναίσθημα - Επίθετα αρνητικών συναισθημάτων

Αυτά τα επίθετα περιγράφουν τα οδυνηρά και δυσάρεστα συναισθήματα που βιώνουν τα άτομα, όπως «λυπημένος», «θυμωμένος», «ανήσυχος», «απογοητευμένος» κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Categorized English Adjectives of Evoking and Feeling Emotions
angry

feeling very annoyed or upset because of something that we do not like

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "angry"
sorry

feeling ashamed or sad about something that one has or has not done

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sorry"
afraid

getting a bad and anxious feeling from a person or thing because we think something bad or dangerous will happen

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "afraid"
sad

emotionally feeling bad

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sad"
worried

feeling unhappy and afraid because of something that has happened or might happen

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "worried"
nervous

worried and anxious about something or slightly afraid of it

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nervous"
mad

feeling very angry, irritated, or displeased

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mad"
upset

feeling unhappy, worried, or disappointed, often because something unpleasant happened

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "upset"
lonely

feeling sad because of having no one to talk to or spend time with

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lonely"
unhappy

experiencing a lack of joy or positive emotions

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "unhappy"
jealous

feeling angry and unhappy because someone else has what we want

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "jealous"
furious

feeling great anger

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "furious"
anxious

feeling nervous or worried because of thinking something unpleasant might happen

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "anxious"
miserable

feeling very unhappy or uncomfortable

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "miserable"
ashamed

feeling embarrassed, guilty, or sorry about one's actions, characteristics, or circumstances

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ashamed"
insecure

not confident about oneself or one's skills and abilities

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "insecure"
uneasy

feeling nervous or worried, especially about something unpleasant that might happen soon

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "uneasy"
restless

feeling uneasy or nervous

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "restless"
cross

feeling annoyed, irritated, or angry

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cross"
steamed

feeling extremely angry or irritated

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "steamed"
pissed

feeling extremely angry, annoyed, or frustrated

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pissed"
melancholy

characterized by a deep sense of sadness or sorrow

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "melancholy"
despondent

feeling hopeless, discouraged, or in low spirits, often due to a sense of failure or loss

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "despondent"
crestfallen

feeling disappointed and sad, especially due to experiencing an unexpected failure

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "crestfallen"
heartbroken

experiencing intense sadness, grief, or disappointment due to a broken romantic relationship or other loss

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "heartbroken"
forlorn

feeling abandoned, lonely, or hopeless

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "forlorn"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek