pattern

Επίθετα για το Χρόνο και τον Τόπο - Επίθετα του χρόνου

Τα επίθετα χρόνου περιγράφουν τις χρονικές και χρονολογικές πτυχές και χαρακτηριστικά των γεγονότων.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Categorized English Adjectives of Time and Place
past
[επίθετο]

done or existed before the present time

παρελθόν, προηγούμενος

παρελθόν, προηγούμενος

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
present
[επίθετο]

occurring or existing right at this moment

παρών, τρέχων

παρών, τρέχων

Ex: present generation faces unique challenges compared to previous ones .
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
future
[επίθετο]

coming in to existence or happening after this moment

μελλοντικός, ερχόμενος

μελλοντικός, ερχόμενος

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
underway
[επίθετο]

currently happening

σε εξέλιξη, σε πορεία

σε εξέλιξη, σε πορεία

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
due
[επίθετο]

expected or required to happen or arrive at a certain time

αναμενόμενος, υποχρεωτικός

αναμενόμενος, υποχρεωτικός

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
gradual
[επίθετο]

occurring slowly and step-by-step over a long period of time

σταδιακός, αργός

σταδιακός, αργός

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
overnight
[επίρρημα]

during a single night

κατά τη διάρκεια της νύχτας, σε μία νύχτα

κατά τη διάρκεια της νύχτας, σε μία νύχτα

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
nocturnal
[επίθετο]

related to or happening during the night

νυκτερινός, νυχτερινός

νυκτερινός, νυχτερινός

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
timely
[επίρρημα]

in a manner that is well-timed

έγκαιρα, τακτικά

έγκαιρα, τακτικά

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
eventual
[επίθετο]

happening at the end of a process or a particular period of time

τελικός, τελικός στόχος

τελικός, τελικός στόχος

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
premature
[επίθετο]

happening earlier than expected or usual

πρώιμος, πρώιμη

πρώιμος, πρώιμη

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
simultaneous
[επίθετο]

taking place at precisely the same time

ταυτόχρονος, συγχρονισμένος

ταυτόχρονος, συγχρονισμένος

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
overdue
[επίθετο]

‌not paid, done, etc. within the required or expected timeframe

υπερβολικό, καθυστερημένο

υπερβολικό, καθυστερημένο

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
interim
[επίθετο]

intended to last only until something permanent is presented

προσωρινός, μεταβατικός

προσωρινός, μεταβατικός

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
chronological
[επίθετο]

organized according to the order that the events occurred in

χρονολογικός, κατά χρονολογία

χρονολογικός, κατά χρονολογία

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
postwar
[επίθετο]

referring to the period or the things existing or happening after a war has ended

μεταπολεμικός, μετά τον πόλεμο

μεταπολεμικός, μετά τον πόλεμο

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek