pattern

Επιρρήματα Χρόνου και Τόπου - Επιρρήματα κλειστών περιοχών

Αυτά τα επιρρήματα δείχνουν τη θέση ή τη θέση κάποιου σε σχέση με μια κλειστή περιοχή, όπως ένα δωμάτιο ή ένα κτίριο. Περιλαμβάνουν «μέσα», «έξω», «επάνω» κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Categorized Adverbs of Time and Place
in

into or inside of a place, object, or area

μέσα, εντός

μέσα, εντός

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "in"
out

outside a room, building, etc.

έξω, έξω από

έξω, έξω από

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "out"
inside

in or into a room, building, etc.

μέσα, εντός

μέσα, εντός

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "inside"
outside

in an open area surrounding a building

έξω, στην ύπαιθρο

έξω, στην ύπαιθρο

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "outside"
within

inside a specific area, building, etc.

μέσα, εντός

μέσα, εντός

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "within"
outdoors

not inside a building or enclosed space

έξω, στη φύση

έξω, στη φύση

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "outdoors"
home

to, at, or toward the place where one lives

στο σπίτι, στον τόπο κατοικίας

στο σπίτι, στον τόπο κατοικίας

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "home"
at home

in the place where one lives

στο σπίτι, εντός της κατοικίας

στο σπίτι, εντός της κατοικίας

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "at home"
aboard

on or into a vehicle such as a bus, train, plane, etc.

μέσα, επάνω

μέσα, επάνω

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "aboard"
upstairs

on or toward a higher part of a building

επάνω, στον επάνω όροφο

επάνω, στον επάνω όροφο

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "upstairs"
downstairs

on or toward a lower part of a building, particularly the first floor

κάτω, στο ισόγειο

κάτω, στο ισόγειο

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "downstairs"
next door

in or to the room or building that is directly beside or nearby

δίπλα, πλαϊνά

δίπλα, πλαϊνά

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "next door"
on stage

on or onto the stage where the audience can see

πάνω στη σκηνή, στη σκηνή

πάνω στη σκηνή, στη σκηνή

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "on stage"
backstage

in or to the area behind the stage in a theater that is out of the audience's sight

πίσω από τη σκηνή, στο παρασκήνιο

πίσω από τη σκηνή, στο παρασκήνιο

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "backstage"
on board

on a means of transportation such as an aircraft, train, or ship

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "on board"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek