pattern

Βασικά Ουσιαστικά - Τοποθεσίες στην Πόλη

Εδώ θα μάθετε αγγλικά ουσιαστικά που σχετίζονται με τις τοποθεσίες στην πόλη, όπως "πάρκο," "μουσείο," και "δικαστήριο."

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Categorized Basic English Nouns
park

a large public place in a town or a city that has grass and trees and people go to for walking, playing, and relaxing

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "park"
street

a public path for vehicles in a village, town, or city, usually with buildings, houses, etc. on its sides

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "street"
square

an open piece of land in a city or town that is four-sided and is usually surrounded by buildings

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "square"
museum

a place where important cultural, artistic, historical, or scientific objects are kept and shown to the public

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "museum"
library

a place in which collections of books and sometimes newspapers, movies, music, etc. are kept for people to read or borrow

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "library"
theater

a place, usually a building, with a stage where plays and shows are performed

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "theater"
restaurant

a place where we pay to sit and eat a meal

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "restaurant"
cafe

a small restaurant that sells drinks and meals

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cafe"
mall

‌a large building or enclosed area, where many stores are placed

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mall"
store

a shop of any size or kind that sells goods

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "store"
bank

a financial institution that keeps and lends money and provides other financial services

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bank"
school

a place where children learn things from teachers

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "school"
hospital

a large building where sick or injured people receive medical treatment and care

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hospital"
hotel

a building where we give money to stay and eat food in when we are traveling

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hotel"
post office

a place where we can send letters, packages, etc., or buy stamps

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "post office"
stadium

a very large, often roofless, structure where sports events, etc. are held for an audience

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stadium"
airport

a large place where planes take off and land, with buildings and facilities for passengers to wait for their flights

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "airport"
city hall

a building in which people who manage a city work

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "city hall"
courthouse

a building containing judicial courts, offices of judges, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "courthouse"
train station

a place where trains regularly stop for passengers to get on and off

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "train station"
supermarket

a large store that we can go to and buy food, drinks and other things from

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "supermarket"
church

a building where Christians go to worship and practice their religion

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "church"
mosque

a place of worship, used by Muslims

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mosque"
synagogue

a place of worship and religious study for Jews

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "synagogue"
temple

a building used for worshiping one or several gods, used by some religious communities, especially Buddhists and Hindus

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "temple"
downtown

the main business area of a city or town located at its center

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "downtown"
university

an educational institution at the highest level, where we can study for a degree or do research

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "university"
zoo

a place where many kinds of animals are kept for exhibition, breeding, and protection

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "zoo"
bridge

a structure built over a river, road, etc. that enables people or vehicles to go from one side to the other

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bridge"
pharmacy

a shop where medicines are sold

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pharmacy"
bus stop

a place at the side of a road that is usually marked with a sign, where buses regularly stop for passengers

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bus stop"
parking lot

an area in which people leave their vehicles

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "parking lot"
gallery

a place in which works of art are shown or sold to the public

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gallery"
block

an area in a city or town that contains several buildings and is surrounded by four streets

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "block"
police station

the office where a local police works

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "police station"
fire station

a building where firefighters stay and have the tools they need to help with fires and other emergencies

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fire station"
bar

a place where alcoholic and other drinks and light snacks are sold and served

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bar"
nightclub

a place that is open during nighttime in which people can dance, eat, and drink

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nightclub"
highway

any major public road that connects cities or towns

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "highway"
road

a wide path made for cars, buses, etc. to travel along

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "road"
avenue

a wide straight street in a town or a city, usually with buildings and trees on both sides

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "avenue"
alley

a narrow passage between or behind buildings

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "alley"
boulevard

a wide street in a town or city, typically with trees on each side or in the middle

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "boulevard"
street sign

a posted indicator providing information or directions on roads

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "street sign"
crosswalk

a marked place where people walk across a street

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "crosswalk"
traffic lights

a set of lights, often colored in red, yellow, and green, that control the traffic on a road

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "traffic lights"
cemetery

a piece of land in which dead people are buried, especially one that does not belong to a church

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cemetery"
embassy

a building used as the office or residence of the officials who represent their government in another country

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "embassy"
expressway

a divided highway designed for high-speed traffic, typically with multiple lanes and limited access points

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "expressway"
building

a structure that has walls, a roof, and sometimes many levels, like an apartment, house, school, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "building"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek