pattern

Εμφάνιση - Attractiveness

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις σχετικές με την ελκυστικότητα, όπως "καταπληκτικός", "εξαιρετικός" και "αιθέριος".

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Words Related to Appearance
beautiful

extremely pleasing to the mind or senses

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "beautiful"
glorious

exceptionally beautiful or splendid, often inspiring awe or admiration

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "glorious"
stunning

very beautiful, attractive, or impressive

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stunning"
breathtaking

incredibly impressive or beautiful, often leaving one feeling amazed

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "breathtaking"
gorgeous

extremely attractive and beautiful

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gorgeous"
splendid

exceptionally impressive and beautiful, often bringing joy or admiration

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "splendid"
exquisite

delightful due to qualities of beauty, suitability, or perfection

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "exquisite"
elegant

(of a person) attractive, stylish, or beautiful

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "elegant"
angelic

exceptionally elegant and innocent

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "angelic"
ravishing

extremely attractive and pleasing

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ravishing"
artistic

having aesthetic appeal, visual attractiveness, or creative beauty

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "artistic"
beauteous

(literary) beautiful and pleasant to the sight

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "beauteous"
entrancing

mesmerizing, or captivatingly beautiful

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "entrancing"
ethereal

extremely delicate, light, as if it belongs to a heavenly realm

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ethereal"
ineffable

indescribable or beyond words, often used to describe beauty or aesthetic experiences

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ineffable"
picture-perfect

impeccably beautiful or ideal in appearance, like a perfectly composed photograph

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "picture-perfect"
sublime

having exceptional beauty or excellence

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sublime"
wondrous

inspiring a feeling of wonder or amazement

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "wondrous"
sex symbol

a famous person who is considered to be sexually attractive by many people

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sex symbol"
hot stuff

someone who is sexually appealing

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hot stuff"
dish

a sexually attractive or pleasing person

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dish"
eye candy

someone or something that is visually attractive but may not have much substance or depth

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "eye candy"
sexy

(of a person) physically attractive in a way that draws attention

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sexy"
desirable

having qualities that make one attractive or worth wanting

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "desirable"
seductive

having an attractive and irresistible quality that captivates others

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "seductive"
hot

sexually attractive or desirable

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hot"
attractive

having features or characteristics that are pleasing

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "attractive"
cute

attractive and good-looking

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cute"
dishy

sexually attractive and good-looking

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dishy"
juicy

having an attractive, curvy figure

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "juicy"
luscious

sexually attractive and very seductive

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "luscious"
lush

sexually attractive or alluring

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lush"
pretty

visually pleasing in a charming way

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pretty"
prepossessing

attractive in appearance, particularly in terms of facial features or overall demeanor

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "prepossessing"
resplendent

dazzling, radiant, or magnificent in appearance

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "resplendent"
sensational

truly outstanding, remarkable, exceptional, or attractive

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sensational"
winning

attractive and lovely

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "winning"
lovely

very beautiful or attractive

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lovely"
appealing

pleasing and likely to arouse interest or desire

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "appealing"
eye-catching

visually striking or captivating

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "eye-catching"
nice-looking

attractive and pleasant to the sight

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nice-looking"
adorable

incredibly cute or charming, often causing feelings of affection, delight, or admiration

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "adorable"
captivating

having the ability to attract and hold one's attention or interest

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "captivating"
beguiling

charmingly attractive or enticing

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "beguiling"
aesthetic

relating to the enjoyment or appreciation of beauty or art, especially visual art

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "aesthetic"
delectable

(of a person) having qualities that are highly attractive

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "delectable"
enticing

appealing in a way that arouses interest or desire

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "enticing"
fetching

attractive in a way that catches the eye

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fetching"
flattering

improving or emphasizing someone's good features, making them appear more attractive

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "flattering"
glamorous

stylish, attractive, and often associated with luxury or sophistication

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "glamorous"
good

aesthetically pleasing, attractive, or appealing

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "good"
magnetic

strong, attractive, and captivating quality that draws attention and creates an allure

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "magnetic"
cutie

a person or an animal that is attractive in a sweet or adorable way

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cutie"
beaut

an excellent or beautiful person

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "beaut"
smasher

a very attractive or engaging person or thing

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "smasher"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek