pattern

Χρώματα και Σχήματα - Λέξεις που σχετίζονται με σχήματα

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις που σχετίζονται με σχήματα, όπως "σταυροειδής", "ασύμμετρος" και "περιφέρεια".

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Words Related to Colors and Shapes
asymmetric

not having identical parts facing each other or around an axis

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "asymmetric"
asymmetrically

in a way that the two sides or halves of something do not correspond in size or shape

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "asymmetrically"
asymmetry

(geometry) a lack of symmetry or equivalence in shape or size between the two sides or parts of something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "asymmetry"
cylindrical

having a shape that consists of straight sides and circular bases which are parallel

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cylindrical"
circular

having a shape like a circle

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "circular"
circumference

the distance around the external boundary of something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "circumference"
concave

having a surface that is curved inward

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "concave"
concentric

describing circles, arcs, or rings that have the same center

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "concentric"
conical

resembling a cone in shape

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "conical"
convex

having a surface that is curved outward

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "convex"
cruciform

resembling a cross in shape

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cruciform"
curved

having a shape that is rounded or bent rather than straight

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "curved"
diagonal

(of a straight line) joining opposite corners of a flat shape at an angle

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "diagonal"
diameter

a straight line from one side of a round object, particularly a circle, passing through the center and joining the other side

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "diameter"
dimension

a measure of the height, length, or width of an object in a certain direction

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dimension"
flat

(of a surface) continuing in a straight line with no raised or low parts

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "flat"
geometry

the branch of mathematics that deals with the relation between the lines, angles and surfaces or the properties of the space

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "geometry"
geometric

connected with the branch of mathematics that deals with the relationships between lines, angles and surfaces

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "geometric"
horizontal

positioned across and parallel to the ground and not up or down

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "horizontal"
vertical

positioned at a right angle to the horizon or ground, typically moving up or down

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "vertical"
oblong

having an elongated shape as an oval

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "oblong"
parallel

having an equal distance from each other at every point

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "parallel"
perimeter

the total length of the external boundary of something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "perimeter"
prismatic

resembling or containing a prism

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "prismatic"
round

having a circular shape, often spherical in appearance

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "round"
shaped

having a particular structure or external form

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "shaped"
spherical

resembling a sphere or a ball in shape

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "spherical"
spiral

having a shape that winds around a central point or axis

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "spiral"
square

having four even sides and four right angles, forming a shape resembling a regular square

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "square"
squarish

being almost similar to a square in shape

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "squarish"
straight

without bending or curving in any angle or direction

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "straight"
two-dimensional figure

a flat shape or form that exists only on a surface, and has length and width, but no depth or thickness

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "two-dimensional figure"
three-dimensional figure

a geometric shape or form that has length, width, and depth, and occupies physical space

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "three-dimensional figure"
surface

(geometry) any of the two-dimensional faces of a three-dimensional figure

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "surface"
symmetrical

having two sides or halves that correspond to one another in shape or size

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "symmetrical"
oval

rounded in shape but wider in one direction, such as the shape of an egg

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "oval"
symmetrically

in a way that the two sides or halves of something correspond in size or shape

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "symmetrically"
plane geometry

the study of 2-dimensional figures and their properties on a flat surface

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "plane geometry"
symmetry

the quality of having two halves that are exactly the same, which are separated by an axis

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "symmetry"
triangular

shaped like a triangle, with three sides and three angles

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "triangular"
rectangular

shaped like a rectangle, with four right angles

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rectangular"
shape

the outer form or edges of something or someone

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "shape"
form

the shape of someone or something, especially the outline

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "form"
angle

the space between two lines or surfaces that are joined, measured in degrees or radians

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "angle"
curve

a line or shape that is not straight and bends gradually

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "curve"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek