pattern

Χρώματα και Σχήματα - Γραμμές, γωνίες και καμπύλες

Διαβάστε αυτό το μάθημα για να μάθετε τα ονόματα ορισμένων γραμμών, γωνιών και καμπυλών στα αγγλικά, όπως "ray", "acute angle" και "arc".

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Words Related to Colors and Shapes
axis

an imaginary line in the middle of an object around which the object revolves

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "axis"
axis

(geometry) an arbitrary straight line that passes through the center of a symmetrical object or around which an object spins

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "axis"
cross

a mark or an object formed by two short lines or pieces crossing each other

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cross"
diagonal

(geometry) a straight line that joins the opposite corners of a flat shape at an angle

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "diagonal"
zigzag

(geometry) a shape that consists of a line alternating its direction to left and right

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "zigzag"
balbis

a straight line that is terminated by a secondary line at each end, resembling the letter H

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "balbis"
ray

a straight line with one endpoint that extends infinitely in the other direction

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ray"
line segment

a portion of a straight line that is defined by two distinct endpoints

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "line segment"
parallel

(mathematics) any of the pair of geometric figures such as lines or planes which do not meet or intersect

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "parallel"
perpendicular

a line or structure that meets another at a right angle, creating a 90-degree intersection

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "perpendicular"
tangent

a straight line that touches a curve or surface at exactly one point, known as the point of tangency

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tangent"
secant

a line that intersects a circle at two distinct points

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "secant"
linear pair

a pair of adjacent angles formed by two intersecting lines, which add up to 180 degrees

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "linear pair"
acute angle

an angle that measures between 0 and 90 degrees, which is less than a right angle (90 degrees)

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "acute angle"
obtuse angle

an angle that measures more than 90 degrees but less than 180 degrees

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "obtuse angle"
right angle

an angle measuring exactly 90 degrees

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "right angle"
straight angle

an angle that measures exactly 180 degrees, which is the same as a straight line

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "straight angle"
oblique angle

an angle that measures either less or more that 90 degrees

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "oblique angle"
reflex angle

an angle that measures greater than 180 degrees but less than 360 degrees

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "reflex angle"
full rotation

a complete revolution or turn around a fixed point or axis, covering a 360-degree angle

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "full rotation"
positive angle

an angle measured counterclockwise from the initial side of a reference angle in standard position, usually expressed in degrees or radians

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "positive angle"
negative angle

an angle measured clockwise from the initial side of a reference angle in standard position, usually expressed in degrees or radians

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "negative angle"
adjacent angles

two angles that share a common vertex and a common side, but do not overlap, and are not in a straight line

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "adjacent angles"
plane angle

the measure of the tilt between two lines or surfaces in two-dimensional space, typically given in degrees or radians

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "plane angle"
arc

(geometry) a part of a circle, which is curved

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "arc"
arc

a curved shape, or something shaped this way

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "arc"
concavity

a shape, line or surface that is hollow and is rounded inward

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "concavity"
conic section

(geometry) a shape formed when a circular cone is intersected by a plane

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "conic section"
crescent

a curved shape with narrow points at the ends that appears wider in the middle, like the shape of the moon in its first and last quarters

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "crescent"
curl

something that resembles a spiral or coil

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "curl"
spiral

(geometry) a curved shape or design that gradually winds around a center or axis

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "spiral"
ellipse

(geometry) a closed plane curve that has two focal points

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ellipse"
parabola

(geometry) a symmetrical open curve that is similar to the path of an object thrown into the air passes till it falls back to earth

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "parabola"
hyperbola

a geometric curve formed by the intersection of a plane with two cones, resulting in two symmetrical branches

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hyperbola"
simple curve

a continuous curve that does not intersect itself, and can be traced without lifting the pen or pencil from the paper

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "simple curve"
non-simple curve

a curve that intersects itself, or has overlapping segments, requiring the pen or pencil to be lifted from the paper while tracing it

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "non-simple curve"
open curve

a curve that does not intersect itself and has distinct endpoints, meaning it does not form a closed shape or loop

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "open curve"
closed curve

a curve that begins and ends at the same point, forming a closed loop

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "closed curve"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek