pattern

Αγγλικά και Γνώση του Κόσμου για το ACT - Λέξεις μετάβασης

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές μεταβατικές λέξεις, όπως "περισσότερο", "αντίστροφα", "με άλλα λόγια" κ.λπ. που θα σας βοηθήσουν να βάλετε τα ACT σας.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
ACT Vocabulary for English and World Knowledge
moreover

used to introduce additional information or to emphasize a point

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "moreover"
furthermore

used to introduce additional information

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "furthermore"
additionally

used to introduce extra information or points

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "additionally"
in addition

used to introduce further information

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "in addition"
therefore

used to suggest a logical conclusion based on the information or reasoning provided

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "therefore"
consequently

used to indicate a logical result or effect

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "consequently"
as a consequence

used to indicate that something follows as a result or outcome of a preceding event or action

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "as a consequence"
as a result

used to indicate the outcome of a preceding action or situation

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "as a result"
thus

used to introduce a result based on the information or actions that came before

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "thus"
hence

used to say that one thing is a result of another

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hence"
on the other (hand)

used to introduce a contrasting aspect of a situation, especially when comparing it to a previous point

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "on the other (hand|)"
meanwhile

at the same time but often somewhere else

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "meanwhile"
besides

used to add a point to support the statement just mentioned

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "besides"
in lieu of

in replacement of something that is typically expected or required

[πρόθεση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "in lieu of"
that said

used to introduce statement that is in contrast to what one previously stated

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "that said"
however

used to add a statement that contradicts what was just mentioned

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "however"
though

used to say something surprising compared to the main idea

[Σύνδεσμος]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "though"
nonetheless

used to indicate that despite a previous statement or situation, something else remains true

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nonetheless"
still

despite what has been said or done

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "still"
nevertheless

used to introduce an opposing statement

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nevertheless"
in contrast

used to highlight the differences between two or more things or people

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "(in|by) contrast"
instead

in contrast to what was expected or suggested

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "instead"
even though

used to indicate that despite a certain fact or situation mentioned in the first clause, the second clause follows

[Σύνδεσμος]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "even though"
conversely

in a way that is different from what has been mentioned

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "conversely"
on the contrary

used to indicate that the opposite or a different viewpoint is true in response to a previous statement

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "on the contrary"
for example

used to provide a specific situation or instance that helps to clarify or explain a point being made

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "for example"
for instance

used to introduce an example of something mentioned

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "for instance"
secondly

used to introduce the second point, reason, step, etc.

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "secondly"
subsequently

after a particular event or time

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "subsequently"
finally

used to introduce the last event or item in a series of related things

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "finally"
afterward

in the time following a specific action, moment, or event

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "afterward"
previously

before the present moment or a specific time

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "previously"
next

at the time or point immediately following the present

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "next"
later

at a time following the current or mentioned moment, without specifying exactly when

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "later"
similarly

in a way that is almost the same

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "similarly"
increasingly

in a manner that is gradually growing in degree, extent, or frequency over time

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "increasingly"
in other words

used to provide an alternative or clearer way of expressing the same idea

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "in other words"
accordingly

used to indicate a logical consequence based on the circumstances or information provided

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "accordingly"
thereby

used to indicate how something is achieved or the result of an action

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "thereby"
indeed

used to emphasize or confirm a statement

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "indeed"
in fact

used to introduce a statement that provides additional information or emphasizes the truth or reality of a situation

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "in fact"
specifically

in a manner that is detailed, precise, and clear

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "specifically"
currently

at the present time

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "currently"
in comparison

used to highlight differences or similarities when comparing two or more things or people

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "(in|by) comparison"
likewise

used when introducing additional information to a statement that has just been made

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "likewise"
actually

used to emphasize a fact or the truth of a situation

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "actually"
alternatively

as a second choice or another possibility

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "alternatively"
in summary

used to provide a brief and straightforward explanation of the main points or ideas

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "in summary"
in turn

in a sequential manner, referring to actions or events occurring in a specific order

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "in turn"
regardless

with no attention to the thing mentioned

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "regardless"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek