pattern

Απόφαση, Πρόταση και Υποχρέωση - Συμβουλή και Σύμβουλος

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις που σχετίζονται με συμβουλές και συμβουλές, όπως "αξία", "παρόρμηση" και "κήρυγμα".

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Words Related to Decision, Suggestion, and Obligation
opinion

a piece of advice given by an expert regarding a particular subject

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "opinion"
oracle

a priest or priestess serving as a mediator through whom the gods were thought to give their message in classical antiquity

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "oracle"
ought to

used to talk about what one considers to be the right thing to do

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ought to"
Pointer

a piece of advice or an opinion that someone offers one concerning what to do or how to act in a particular situation or circumstance

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "Pointer"
to preach

to give advice to people about what they should or should not do in a way that might annoy or bore them

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to preach"
preachy

tending to persuade people by offering moral advice

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "preachy"
to proffer

‌to offer an explanation, advice, or one's opinion on something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to proffer"
to recommend

to suggest a specific course of action

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to recommend"
recommendation

a suggestion or piece of advice given to someone officially, especially about the course of action that they should take

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "recommendation"
rule

a detailed principle that clarifies what one should do in a particular situation or circumstance

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rule"
saw

a general truth or a fundamental principle that is perceived as true

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "saw"
sermon

ethical advice that one gives during a long conversation

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sermon"
to sermonize

to deliver a religious speech, often with the intention of imparting moral or spiritual guidance

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to sermonize"
shall

used to ask advice, questions, or making suggestions using the pronoun I or we

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "shall"
should

used to ask for or offer advice to someone regarding something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "should"
steer

a piece of advice or information regarding the progress of a situation

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "steer"
the blind leading the blind

used to describe a situation in which an incompetent or inexperienced person is advising others who have no knowledge or experience at all

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "the blind leading the blind"
tip

a helpful suggestion or a piece of advice

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tip"
to turn to

to seek guidance, help, or advice from someone

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to turn to"
to urge

to strongly recommend something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to urge"
to want

used to advise someone or give suggestions about a certain matter

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to want"
to warn

to tell someone in advance about a possible danger, problem, or unfavorable situation

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to warn"
to warn off

‌to try to talk someone out of something or to advise against it

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to warn off"
worth

used to recommend something as good, enjoyable, or advantageous enough to repay any effort, trouble, or expense

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "worth"
would

used to offer or ask for advice

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "would"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek