pattern

Λίστα Λέξεων Επιπέδου A2 - Επικοινωνία

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις για την επικοινωνία, όπως «συζήτηση», «επιχειρήματα» και «συζήτηση», προετοιμασμένες για μαθητές Α2.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
CEFR A2 Vocabulary
communication

the process or activity of exchanging information or expressing feelings, thoughts, or ideas by speaking, writing, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "communication"
conversation

a talk that is between two or more people and they tell each other about different things like feelings, ideas, and thoughts

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "conversation"
opinion

your feelings or thoughts about a particular subject, rather than a fact

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "opinion"
talk

a form of communication using spoken words

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "talk"
call

the act of talking to someone on the phone or an attempt to reach someone through a phone

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "call"
cell phone

a phone that we can carry with us and use anywhere because it has no wires

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cell phone"
argument

a discussion, typically a serious one, between two or more people with different views

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "argument"
discussion

an act or process of talking and sharing ideas in order to reach a decision or conclusion

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "discussion"
fight

an argument over something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fight"
letter

a written or printed message that is sent to someone or an organization, company, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "letter"
mail

the system used for sending and delivering letters, packages, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mail"
envelope

a thin, paper cover in which we put and send a letter

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "envelope"
to say

to use words and our voice to show what we are thinking or feeling

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to say"
to tell

to use words and give someone information

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to tell"
to discuss

to talk about something with someone, often in a formal manner

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to discuss"
to visit

to go somewhere because we want to spend time with someone

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to visit"
to reply

to answer someone by writing or saying something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to reply"
to argue

to speak to someone often angrily because one disagrees with them

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to argue"
to mail

to send a letter or package by post

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to mail"
together

with something or someone else

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "together"
calmly

without stress or strong emotion

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "calmly"
alone

without anyone else

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "alone"
social

relating to activities in which people meet each other for pleasure

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "social"
to send

to have a person, letter, or package physically delivered from one location to another, specifically by mail

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to send"
to receive

to be given something or to accept something that is sent

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to receive"
to understand

to know something's meaning, particularly something that someone says

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to understand"
to misunderstand

to fail to understand something or someone correctly

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to misunderstand"
to agree

to hold the same opinion as another person about something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to agree"
to disagree

to hold or give a different opinion about something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to disagree"
to accept

to say yes to what is asked of you or offered to you

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to accept"
to reject

to refuse to accept a proposal, idea, person, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to reject"
all right

used to show our agreement or satisfaction with something

[Επιφώνημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "all right"
statement

something that is expressed through things one says or writes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "statement"
wow

used to express a strong feeling of surprise, wonder, admiration, or amazement

[Επιφώνημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "wow"
ah

used to show that we are angry, interested, etc.

[Επιφώνημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ah"
oh

used to express surprise, realization, understanding

[Επιφώνημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "oh"
yeah

used as another way of saying 'yes'

[Επιφώνημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "yeah"
hey

used to say hi

[Επιφώνημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hey"
note

a brief informal written message

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "note"
invitation

a written or spoken request to someone, asking them to attend a party or event

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "invitation"
to communicate

to exchange information, news, ideas, etc. with someone

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to communicate"
to complain

to express your annoyance, unhappiness, or dissatisfaction about something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to complain"
to invite

to make a formal or friendly request to someone to come somewhere or join something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to invite"
to pronounce

to say the sound of a letter or word correctly or in a specific way

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to pronounce"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek