pattern

Λίστα Λέξεων Επιπέδου A2 - Τραυματισμοί και αρρώστιες

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις για τραυματισμούς και ασθένειες, όπως "σπασμένα", "ραντεβού" και "φτέρνισμα", προετοιμασμένες για μαθητές Α2.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
CEFR A2 Vocabulary
bad

(of a person) sick or unwell

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bad"
sick

not in a good and healthy physical or mental state

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sick"
better

recovered from a physical or mental health problem completely or compared to the past

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "better"
broken

(of a thing) physically divided into pieces, because of being damaged, dropped, etc.

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "broken"
serious

needing attention and action because of possible danger or risk

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "serious"
dangerous

capable of destroying or causing harm to a person or thing

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dangerous"
appointment

a planned meeting with someone, typically at a particular time and place, for a particular purpose

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "appointment"
sickness

the state of being unwell

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sickness"
pain

the unpleasant feeling caused by an illness or injury

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pain"
accident

an unexpected and unpleasant event that happens by chance, usually causing damage or injury

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "accident"
injury

any physical damage to a part of the body caused by an accident or attack

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "injury"
to test

to check someone's health condition to find possible problems or concerns

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to test"
to examine

to look at something or someone carefully to find potential issues

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to examine"
to break

to cause a crack and a separation in one of the bones of the body

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to break"
to cut

to accidentally wound and hurt yourself or others, especially with a sharp object, causing the skin to break and bleed

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to cut"
to hurt

to cause injury or physical pain to yourself or someone else

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to hurt"
to injure

to physically cause harm to a person or thing

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to injure"
to hit

to accidentally strike a part of our body against something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to hit"
to see

to have a meeting with a specialist for advice, examination, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to see"
to catch

to get sick, usually with bacteria or a virus

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to catch"
to prescribe

(of a healthcare professional) to tell someone what drug or treatment they should get

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to prescribe"
to sneeze

to blow air out of our nose and mouth in a sudden way

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to sneeze"
to cough

to push air out of our mouth with a sudden noise

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to cough"
to protect

to prevent someone or something from being damaged or harmed

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to protect"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek