pattern

500 Πιο Συνηθισμένα Αγγλικά Επιρρήματα - Top 151 - 175 Επιρρήματα

Εδώ σας παρέχεται το μέρος 7 της λίστας με τα πιο κοινά επιρρήματα στα αγγλικά όπως "after", "real" και "way".

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Most Common Adverbs in English Vocabulary
after

at a later time

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "after"
real

extremely or very

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "real"
entirely

to the fullest or complete degree

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "entirely"
way

used to emphasize the amount or intensity of something

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "way"
fairly

more than average, but not too much

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fairly"
potentially

in a manner expressing the capability or likelihood of something happening or developing in the future

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "potentially"
twice

for two instances

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "twice"
relatively

to a specific degree, particularly when compared to other similar things

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "relatively"
most likely

used to suggest that there is a strong chance of something happening

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "(most|very) likely"
naturally

in accordance with what is logical, typical, or expected

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "naturally"
deeply

to a great degree

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "deeply"
little

to a small extent or degree

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "little"
differently

in a manner that is not the same

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "differently"
properly

in an appropriate manner according to established standards, rules, or expectations

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "properly"
thus

used to introduce a result based on the information or actions that came before

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "thus"
close

without much space between

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "close"
late

after the typical or expected time

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "late"
somewhat

to a moderate degree or extent

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "somewhat"
technically

in a manner that is in accordance with an exact understanding of facts, rules, etc., or their literal interpretation

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "technically"
originally

in a way that relates to the beginning or source of something

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "originally"
carefully

with a lot of care or attention

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "carefully"
roughly

without being exact

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "roughly"
automatically

without deliberate thought or attention

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "automatically"
importantly

used to highlight the significance of a particular point, fact, or aspect

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "importantly"
delicately

in a careful and gentle manner while paying attention to details

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "delicately"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek