pattern

500 Πιο Συνηθισμένα Αγγλικά Επιρρήματα - Κορυφαία 426 - 450 Επιρρήματα

Εδώ σας παρέχεται το μέρος 18 της λίστας με τα πιο κοινά επιρρήματα στα αγγλικά όπως "περίεργα", "απαλά" και "ευγενικά".

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Most Common Adverbs in English Vocabulary
thereafter

from a particular time onward

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "thereafter"
high and low

all around or in many places

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "high and low"
scientifically

in a way that is related to science

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "scientifically"
awhile

for a short period of time

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "awhile"
steadily

in a gradual and even way

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "steadily"
culturally

in a way that is related to the cultural ideas and behavior of a particular group or society

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "culturally"
oddly

in an unusual or strange manner that is different from what is expected

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "oddly"
professionally

in a manner that is connected with a career or profession

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "professionally"
magically

in a way that appears to involve magic or supernatural forces

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "magically"
predominantly

in a manner that consists mostly of a specific kind, quality, etc.

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "predominantly"
infinitely

to an extent or degree that is limitless

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "infinitely"
privately

in a secret way involving only a particular person or group and no others

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "privately"
uniquely

in a way not like anything else

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "uniquely"
considerably

by a significant amount or to a significant extent

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "considerably"
softly

in a gentle and pleasant manner

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "softly"
formerly

in an earlier period

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "formerly"
undoubtedly

used to say that there is no doubt something is true or is the case

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "undoubtedly"
kindly

in a gentle, considerate, or generous manner

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "kindly"
statistically

by means of or according to statistics

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "statistically"
massively

to a large extent or degree

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "massively"
angrily

in a way that shows great annoyance or displeasure

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "angrily"
realistically

used to say what is possible in a particular situation

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "realistically"
illegally

in a way that is against the law

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "illegally"
horizontally

in a straight way that is parallel to the ground

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "horizontally"
vertically

at a right angle to a horizontal line or surface

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "vertically"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek