pattern

500 Πιο Συνηθισμένα Αγγλικά Ουσιαστικά - Κορυφαία 201 - 225 Ουσιαστικά

Εδώ σας παρέχεται το μέρος 9 της λίστας με τα πιο κοινά ουσιαστικά στα αγγλικά όπως "tree", "office" και "goal".

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Most Common Nouns in English Vocabulary
result

something that is caused by something else

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "result"
tree

a very tall plant with branches and leaves, that can live a long time

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tree"
field

an area of activity or a subject of study

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "field"
button

a small, round object, usually made of plastic or metal, sewn onto a piece of clothing and used for fastening two parts together

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "button"
office

a place where people work, particularly behind a desk

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "office"
ability

the fact that one is able or possesses the necessary skills or means to do something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ability"
goal

our purpose or desired result

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "goal"
disease

an illness in a human, animal, or plant that affects health

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "disease"
research

a careful and systematic study of a subject to discover new facts or information about it

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "research"
narrator

the person who tells the story in a novel, poem, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "narrator"
record

the best performance or result, or the highest or lowest level that has ever been reached, especially in sport

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "record"
role

the part or character that an actor plays in a movie or play

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "role"
list

a series of written or printed names or items, typically one below the other

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "list"
pressure

the use of influence or demands to persuade or force someone to do something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pressure"
season

a period of time that a year is divided into, such as winter and summer, with each having three months

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "season"
bunch

a group of people, often with something in common

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bunch"
development

a process or state in which something becomes more advanced, stronger, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "development"
choice

an act of deciding to choose between two things or more

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "choice"
fight

a situation that involves violent action in physical form

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fight"
paper

the thin sheets on which one can write, draw, or print things, also used as wrapping material

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "paper"
police

(plural) a group of people whose job is to catch thieves, killers, etc. and make sure everyone follows rules

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "police"
tool

something such as a hammer, saw, etc. that is held in the hand and used for a specific job

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tool"
star

(astronomy) a shining point found in large numbers in the night sky

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "star"
production

the act or process of transforming raw materials or different components into goods that can be used by customers

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "production"
emotion

a strong feeling such as love, anger, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "emotion"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek