pattern

500 Πιο Συνηθισμένα Αγγλικά Ουσιαστικά - Κορυφαία 151 - 175 Ουσιαστικά

Εδώ σας παρέχεται το μέρος 7 της λίστας με τα πιο κοινά ουσιαστικά στα αγγλικά, όπως "test", "picture" και "noon".

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Most Common Nouns in English Vocabulary
chance

a possibility that something will happen

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chance"
test

an examination that consists of a set of questions, exercises, or activities to measure someone’s knowledge, skill, or ability

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "test"
market

a public place where people buy and sell groceries

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "market"
effect

a change in a person or thing caused by another person or thing

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "effect"
picture

a visual representation of a scene, person, etc. produced by a camera

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "picture"
program

a broadcast people watch or listen to on television or radio

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "program"
morning

the time of day that is between when the sun starts to rise and the middle of the day at twelve o'clock

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "morning"
noon

the time of day when the sun is at its highest point in the sky, typically around 12 o'clock

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "noon"
afternoon

the time of day that is between twelve o'clock and the time that the sun starts to set

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "afternoon"
evening

the time of day that is between the time that the sun starts to set and when the sky becomes completely dark

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "evening"
night

the time when the sun goes down, it gets dark outside, and we sleep

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "night"
event

anything that takes place, particularly something important

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "event"
news

newly received information about recent and important events

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "news"
husband

the man you are officially married to

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "husband"
wife

the lady you are officially married to

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "wife"
son

a person's male child

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "son"
daughter

a person's female child

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "daughter"
education

the process that involves teaching and learning, particularly at a school, university, or college

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "education"
back

the part of our body between our neck and our legs that we cannot see

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "back"
class

students as a whole that are taught together

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "class"
conversation

a talk that is between two or more people and they tell each other about different things like feelings, ideas, and thoughts

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "conversation"
court

the place in which legal proceedings are conducted

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "court"
half

either one of two equal parts of a thing

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "half"
position

the place where someone or something is located in relation to other things

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "position"
rate

the number of times something changes or happens during a specific period of time

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rate"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek