pattern

Βιβλίο Solutions - Προ-ενδιάμεσο - Μονάδα 2 - 2Η

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 2 - 2Η στο βιβλίο μαθημάτων Solutions Pre-Intermediate, όπως "snorkeling", "orienteering", "abseil" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Solutions - Pre-Intermediate
outdoor

(of a place or space) located outside in a natural or open-air setting, without a roof or walls

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "outdoor"
activity

something that a person spends time doing, particularly to accomplish a certain purpose

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "activity"
abseil

a sport that involves descending a vertical surface, such as a rock face or a building, using a rope and specialized equipment

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "abseil"
to jet ski

to ride on water by operating a small, motorized vehicle called a jet ski

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to jet ski"
kayak

a type of boat that is light and has an opening in the top in which the paddler sits

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "kayak"
mountain bike

a special kind of bike made for riding on rough roads or unpaved trails, with thick tires and a strong body

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mountain bike"
orienteering

a group sport that involves following a route across country on foot, as quickly as possible, using one's navigational skills, a map, as well as a compass

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "orienteering"
paintball

a game in which players use special guns that shoot paint

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "paintball"
quad biking

a sport that involves riding a four-wheeled vehicle, known as a quad bike, over uneven ground

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "quad biking"
rock climbing

a type of sport in which a person climbs rock surfaces that are very steep

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rock climbing"
kitesurfing

a type of sport in which a person stands on a surfboard that is pulled on the surface of water by a special kite

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "kitesurfing"
bungee jumping

an activity in which someone jumps from a very high place with a rubber cord tied around their ankles

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bungee jumping"
camping

the activity of ‌living outdoors in a tent, camper, etc. on a vacation

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "camping"
canoe

a narrow boat that is light and has pointed ends, which can be moved using paddles

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "canoe"
cycling

the sport or activity of riding a bicycle

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cycling"
hang gliding

a sport or activity where a person flies through the air using a glider

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hang gliding"
hiking

the activity of taking long walks in the countryside or mountains, often for fun

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hiking"
karting

the activity or sport of racing in small four-wheeled vehicles called karts

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "karting"
paddleboarding

a water sport in which a person stands on a board and uses a paddle to move through the water

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "paddleboarding"
riding

the state or act of a person who rides a horse

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "riding"
rollerblading

a type of skating using inline skates with wheels, often done for fun or sport on paved surfaces

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rollerblading"
snorkeling

the activity of swimming beneath the water's surface while breathing through a hollow tube named a snorkel

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "snorkeling"
walking

the act of taking long walks, particularly in the mountains or countryside, for pleasure or exercise

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "walking"
windsurfing

the activity or sport of sailing on water by standing on a special board with a sail attached to it

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "windsurfing"
to do

to perform an action that is not mentioned by name

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to do"
homework

schoolwork that students have to do at home

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "homework"
to go

to travel or move from one location to another

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to go"
bike

a vehicle that has two wheels and moves when we push its pedals with our feet

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bike"
ride

a journey on a horse, bicycle, or automobile

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ride"
shopping

the act of buying goods from stores

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "shopping"
swimming

the act of moving our bodies through water with the use of our arms and legs, particularly as a sport

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "swimming"
to have

to eat or drink something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to have"
lunch

a meal we eat in the middle of the day

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lunch"
cafe

a small restaurant that sells drinks and meals

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cafe"
to play

to take part in a game or activity for fun

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to play"
tennis

a sport in which two or four players use rackets to hit a small ball backward and forward over a net

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tennis"
DVD

a type of disc used to store a lot of files, games, music, videos, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "DVD"
to watch

to look at a thing or person and pay attention to it for some time

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to watch"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek