pattern

Βιβλίο Solutions - Προ-ενδιάμεσο - Μονάδα 1 - 1Α

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 1 - 1Α στο βιβλίο μαθημάτων Solutions Pre-Intermediate, όπως "αποσκευή", "αποτέλεσμα", "ντροπή" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Solutions - Pre-Intermediate
to watch

to look at a thing or person and pay attention to it for some time

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to watch"
match

a competition in which two players or teams compete against one another such as soccer, boxing, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "match"
team

a group of people who compete against another group in a sport or game

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "team"
to lose

to not win in a race, fight, game, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to lose"
exam

a way of testing how much someone knows about a subject

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "exam"
result

something that is caused by something else

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "result"
to pass

to get the necessary grades in an exam, test, course, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to pass"
mark

a letter or number given by a teacher to show how good a student's performance is; a point given for a correct answer in an exam or competition

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mark"
plane

a winged flying vehicle driven by one or more engines

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "plane"
late

doing or happening after the time that is usual or expected

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "late"
luggage

suitcases, bags, etc. to keep one's clothes and other belongings while traveling

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "luggage"
schoolwork

the academic tasks, assignments, or activities assigned to students by teachers or educational institutions

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "schoolwork"
difficult

needing a lot of work or skill to do, understand, or deal with

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "difficult"
boring

making us feel tired and unsatisfied because of not being interesting

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "boring"
to describe

to give details about someone or something to say what they are like

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to describe"
feeling

an emotional state or sensation that one experiences such as happiness, guilt, sadness, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "feeling"
anxious

feeling nervous or worried because of thinking something unpleasant might happen

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "anxious"
ashamed

feeling embarrassed, guilty, or sorry about one's actions, characteristics, or circumstances

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ashamed"
bored

tired and unhappy because there is nothing to do or because we are no longer interested in something

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bored"
confused

feeling uncertain or not confident about something because it is not clear or easy to understand

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "confused"
cross

feeling annoyed, irritated, or angry

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cross"
delighted

filled with great pleasure or joy

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "delighted"
disappointed

not satisfied or happy with something, because it did not meet one's expectations or hopes

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "disappointed"
embarrassed

feeling ashamed and uncomfortable because of something that happened or was said

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "embarrassed"
envious

feeling unhappy or resentful because someone has something one wants

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "envious"
excited

feeling very happy, interested, and energetic

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "excited"
frightened

feeling scared or anxious

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "frightened"
proud

feeling satisfied with someone or one's possessions, achievements, etc.

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "proud"
relieved

feeling free from worry, stress, or anxiety after a challenging or difficult situation

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "relieved"
shocked

very surprised or upset because of something unexpected or unpleasant

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "shocked"
suspicious

doubtful about the honesty of what someone has done and having no trust in them

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "suspicious"
upset

feeling unhappy, worried, or disappointed, often because something unpleasant happened

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "upset"
positive

achieving success or progress

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "positive"
negative

having an unpleasant or harmful effect on someone or something

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "negative"
a bit

to a small extent or degree

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "a bit"
little

below average in size

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "little"
extremely

to a very great amount or degree

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "extremely"
rather

to some extent or degree

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rather"
very

to a great extent or degree

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "very"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek