pattern

Βιβλίο Four Corners 4 - Ενότητα 1 Μάθημα Γ

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 1 Μάθημα Γ στο βιβλίο μαθημάτων Four Corners 4, όπως "επιβίωση", "ανατροπή", "απειλώ" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Four Corners 4
survival

the state in which a person manages to stay alive or strong despite dangers or difficulties

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "survival"
story

a description of events and people either real or imaginary

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "story"
to attack

to act violently against someone or something to try to harm them

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to attack"
to chase

to follow a person or thing and see where they go, often for the purpose of catching them

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to chase"
crash

an accident in which a vehicle, plane, etc. hits something else

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "crash"
to miss

to not hit or touch what was aimed at

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to miss"
to overturn

to change the position of something in a way that the top of it goes to its bottom or to turns it on its side

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to overturn"
to survive

to remain alive after enduring a specific hazardous or critical event

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to survive"
to threaten

to say that one is willing to damage something or hurt someone if one's demands are not met

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to threaten"
shark

‌a large sea fish with a pointed fin on its back and very sharp teeth

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "shark"
surfer

someone who stands or lies on a special board in order to move on the surface of the water

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "surfer"
bear

a large animal with sharp claws and thick fur, which eats meat, honey, insects, and fruits

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bear"
hiker

someone who walks a lengthy path in the country in order to have fun or exercise

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hiker"
tree

a very tall plant with branches and leaves, that can live a long time

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tree"
pilot

someone whose job is to operate an aircraft

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pilot"
plane

a winged flying vehicle driven by one or more engines

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "plane"
to hurt

to cause injury or physical pain to yourself or someone else

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to hurt"
lightning

a bright flash, caused by electricity, in the sky or one that hits the ground from within the clouds

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lightning"
golfer

someone who plays golf as a profession or just for fun

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "golfer"
foot

a unit of measuring length equal to 12 inches or 30.48 centimeters

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "foot"
boat

a type of small vehicle that is used to travel on water

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "boat"
to swim

to move through water by moving parts of the body, typically arms and legs

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to swim"
safety

the condition of being protected and not affected by any potential risk or threat

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "safety"
mountain

a very tall and large natural structure that looks like a huge hill with a pointed top that is often covered in snow

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mountain"
fire

the result of something burning that often produces heat, flame, light, and smoke

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fire"
historic

relating to a person or event that is a part of the past and is documented in historical records, often preserved for educational or cultural purposes

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "historic"
to plan

to decide on and make arrangements or preparations for something ahead of time

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to plan"
to feel

to experience a particular emotion

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to feel"
to surf

to move on sea waves by standing or lying on a special board

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to surf"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek