pattern

Βιβλίο Four Corners 4 - Ενότητα 3 Μάθημα Γ

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 3 Μάθημα Γ στο βιβλίο μαθημάτων Four Corners 4, όπως "άτονο", "υφή", "μαστιχωτό" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Four Corners 4
to mix

to combine different substances, elements, or ingredients together to create a unified whole

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to mix"
to bake

to cook food, usually in an oven, without any extra fat or liquid

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to bake"
taste

the sense that we feel when we put food in our mouth

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "taste"
bland

(of drink or food) having no pleasant or strong flavor

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bland"
salty

containing salt or having a taste that is like salt

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "salty"
sour

having a sharp acidic taste like lemon

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sour"
spicy

having a strong taste that gives your mouth a pleasant burning feeling

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "spicy"
sweet

containing sugar or having a taste that is like sugar

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sweet"
texture

the way that a certain type of food feels in one's mouth, whether it is hard, smooth, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "texture"
chewy

(of food) requiring to be chewed a lot in order to be swallowed easily

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chewy"
creamy

having a smooth and soft texture

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "creamy"
crunchy

firm and making a crisp sound when pressed, stepped on, or chewed

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "crunchy"
juicy

(of food) having a lot of liquid and tasting fresh or flavorful

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "juicy"
sticky

having a thick consistency that clings to surfaces when in contact

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sticky"
to melt

(of something in solid form) to turn into liquid form by being subjected to heat

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to melt"
before

at an earlier time

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "before"
after

at a later time

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "after"
until

used to show that something continues or lasts up to a specific point in time and often not happening or existing after that time

[πρόθεση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "until"
as

used in making a comparison between two things or persons

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "as"
once

as soon as

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "once"
ingredient

a substance or material used in making a dish, product, or mixture

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ingredient"
bowl

a round, deep container with an open top, used for holding food or liquid

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bowl"
to chop

to cut something into pieces using a knife, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to chop"
to pour

to make a container's liquid flow out of it

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to pour"
lime

a round green fruit with a sour taste

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lime"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek