pattern

Επίθετα Αφηρημένων Ιδιοτήτων - Επίθετα ορθότητας

Αυτά τα επίθετα περιγράφουν την ακρίβεια, την ακρίβεια ή την τήρηση της αλήθειας ή των προτύπων κάτι, μεταφέροντας χαρακτηριστικά όπως "σωστό", "ακριβές" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Categorized English Adjectives Describing Abstract Attributes
right

based on facts or the truth

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "right"
wrong

not based on facts or the truth

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "wrong"
correct

accurate and in accordance with reality or truth

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "correct"
incorrect

having mistakes or inaccuracies

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "incorrect"
accurate

(of measurements, information, etc.) free from errors and matching facts

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "accurate"
inaccurate

not precise or correct

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "inaccurate"
true

according to reality or facts

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "true"
untrue

not aligning with reality or facts

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "untrue"
false

not according to reality or facts

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "false"
precise

extremely accurate or specific

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "precise"
imprecise

lacking accuracy or exactness

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "imprecise"
valid

(of an argument, idea, etc.) having a strong logical foundation or reasoning

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "valid"
invalid

falsely based or having no factual support

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "invalid"
awry

used to describe actions or events that are not going as expected or planned

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "awry"
misguided

mistaken in judgment or opinion due to a lack of understanding or incorrect beliefs

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "misguided"
verifiable

able to be proven or confirmed as true or accurate through evidence or reliable sources

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "verifiable"
irrefutable

so clear or convincing that it cannot be reasonably disputed or denied

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "irrefutable"
veracious

truthful and accurate in the representation of facts or information

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "veracious"
unerring

always accurate and reliable

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "unerring"
exact

completely accurate and correct in every detail

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "exact"
rigorous

very strict and sticking closely to a rule or standard

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rigorous"
spot-on

precisely accurate or correct

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "spot-on"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek