pattern

Ρήματα Νοητικών Διεργασιών - Ρήματα για τη φαντασία

Εδώ θα μάθετε μερικά αγγλικά ρήματα που αναφέρονται στη φαντασία όπως "φαντασιάζω", "οραματίζομαι" και "παραισθησιάζω".

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Categorized English Verbs Denoting Mental Processes
to dream

to experience something in our mind while we are asleep

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to dream"
to imagine

to make or have an image of something in our mind

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to imagine"
to daydream

to imagine things while one is awake

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to daydream"
to fantasize

to indulge in vivid and imaginative thoughts or desires

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to fantasize"
to ideate

to creatively form ideas

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to ideate"
to conjure up

to cause something, such as a picture, image, or memory, to appear vividly in someone's mind

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to conjure up"
to visualize

to form a mental image or picture of something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to visualize"
to envision

to picture something in one's mind

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to envision"
to envisage

to imagine or picture something in one's mind, often considering it as a possible future scenario

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to envisage"
to picture

to create a mental image or representation

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to picture"
to make believe

to pretend or imagine something to be true

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to make believe"
to hallucinate

to see or experience something that is not present or real, often involving vivid and imagined sensations

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to hallucinate"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek