pattern

Ρήματα Νοητικών Διεργασιών - Ρήματα για επιθυμίες

Εδώ θα μάθετε μερικά αγγλικά ρήματα που αναφέρονται σε επιθυμίες όπως «θέλω», «λαχταρώ» και «λαχτάρα».

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Categorized English Verbs Denoting Mental Processes
to want

to wish to do or have something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to want"
to wish

to desire something to occur or to be true even though it is improbable or not possible

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to wish"
to crave

to strongly desire or seek something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to crave"
to like

to wish for or want something, especially used with would or should as a polite formula

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to like"
to fancy

to like or want someone or something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to fancy"
to desire

to strongly want or wish for something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to desire"
to dream

to think about something that one desires very much

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to dream"
to hope

to want something to happen or be true

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to hope"
to prefer

to want or choose one person or thing instead of another because of liking them more

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to prefer"
to favor

to prefer someone or something to an alternative

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to favor"
to aspire

to desire to have or become something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to aspire"
to long

to strongly want something, especially when it is not likely to happen soon

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to long"
to yearn

to have a strong and continuous desire for something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to yearn"
to prize

to highly value something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to prize"
to want for

to lack something necessary or desired

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to want for"
to covet

to have an intense and often inappropriate desire to possess something that belongs to someone else

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to covet"
to hanker

to have a strong, persistent desire for something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to hanker"
to hunger

to have an intense desire for something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to hunger"
to need

to want something or someone that we must have if we want to do or be something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to need"
to require

to need or demand something as necessary for a particular purpose or situation

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to require"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek