pattern

Ρήματα Νοητικών Διεργασιών - Ρήματα για τη λήψη αποφάσεων

Εδώ θα μάθετε μερικά αγγλικά ρήματα που αναφέρονται στη λήψη αποφάσεων όπως "θεωρώ", "επιλέγω" και "καθορίζω".

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Categorized English Verbs Denoting Mental Processes
to consider

to think about something carefully before making a decision or forming an opinion

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to consider"
to weigh

to consider all the possible outcomes and different aspects of something before making a definite decision

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to weigh"
to think through

to carefully consider all aspects of a situation or decision

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to think through"
to think over

to consider a matter carefully before reaching a decision

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to think over"
to decide

to think carefully about different things and choose one of them

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to decide"
to pick

to choose someone or something out of a group of people or things

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to pick"
to choose

to decide what we want to have or what is best for us from a group of options

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to choose"
to select

to choose someone or something from a group of people or things

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to select"
to opt

to choose something over something else

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to opt"
to determine

to decide on something after careful consideration

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to determine"
to settle on

to decide something, after considering all possible alternatives

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to settle on"
to hand-pick

to personally choose someone or something with care and attention

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to hand-pick"
to go for

to choose something among other things

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to go for"
to pick out

to choose among a group of people or things

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to pick out"
to decide on

to choose a particular option or course of action

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to decide on"
to plump for

to choose something or someone, often after careful consideration

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to plump for"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek