pattern

Επιρρήματα Τρόπου Σχετικά με Πράγματα - Επιρρήματα χρήσης εργαλείων και μεθόδων

Αυτά τα επιρρήματα διευκρινίζουν τις μεθόδους ή τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται για την επίτευξη ενός στόχου, για παράδειγμα, "ηλεκτρικά", "τεχνητά", "χειροκίνητα" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Categorized Adverbs of Manner Referring to Things
mechanically

in an automatic manner as if by using an engine, opposed to human effort alone

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mechanically"
visually

in a way that has to do with looking at things or using one's eyes

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "visually"
electrically

in a way that relates to or uses electricity

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "electrically"
microscopically

regarding the use of a microscope to look at things very closely, especially to see tiny details that are not visible to the naked eye

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "microscopically"
digitally

with the use of computers or electronic devices

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "digitally"
electronically

with the use of electronic technology or devices

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "electronically"
magnetically

in a way that involves magnets or magnetism

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "magnetically"
schematically

in a way that represents or outlines something using simplified and structured visual symbols, diagrams, or plans

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "schematically"
synthetically

in a way that is created or produced artificially

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "synthetically"
artificially

in a way that is made or produced by human effort or technology rather than occurring naturally

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "artificially"
methodically

in a systematic, organized, and careful manner

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "methodically"
analytically

in a way that involves careful examination, logical thinking, and systematic evaluation

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "analytically"
graphically

with visual representation, often using charts, diagrams, or other visual elements to convey information

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "graphically"
experimentally

in a way that involves conducting experiments or tests to gather data and gain insights into a particular phenomenon or hypothesis

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "experimentally"
empirically

in a way that is based on observation, experience, or practical evidence rather than just theoretical ideas

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "empirically"
systematically

in a way that is according to a thorough and efficient plan or system

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "systematically"
magically

in a way that appears to involve magic or supernatural forces

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "magically"
manually

with physical effort rather than relying on machines or automation

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "manually"
by hand

with the hands or physical effort rather than relying on machines or tools

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "by hand"
competitively

in a way that involves trying to be better than others

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "competitively"
sequentially

in a way that follows a specific order

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sequentially"
hierarchically

in a structured order where things are organized from the most important or powerful to the least important or powerful

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hierarchically"
live

used when an event or performance is happening at the present moment or being broadcast in real-time

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "live"
wirelessly

in a manner that does not require physical wires or cables for communication or transmission

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "wirelessly"
programmatically

in a way that is done or controlled by a set of instructions or a particular method

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "programmatically"
telepathically

in a manner that involves communication or information exchange directly between minds

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "telepathically"
automatically

without direct human intervention or manual control, often performed by a machine, system, or process

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "automatically"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek