pattern

Λίστα Λέξεων Επιπέδου C2 - Χόμπι και ρουτίνες

Εδώ θα μάθετε όλες τις βασικές λέξεις για να μιλήσετε για Χόμπι και Ρουτίνες, που έχουν συλλεχθεί ειδικά για μαθητές επιπέδου C2.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
CEFR C2 Vocabulary
community theater

the activity of acting in or producing a play in a theater as a hobby and not a profession

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "community theater"
angler

a person who fishes with a rod and line as a hobby

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "angler"
birder

a person who pursues birdwatching as a hobby

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "birder"
hobbyist

someone who engages in activities for personal enjoyment rather than as a profession

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hobbyist"
bricolage

the process of artfully constructing something by means of different objects that are easily accessible

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bricolage"
avocation

a hobby pursued alongside one's main occupation, typically for enjoyment

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "avocation"
embroidery

the activity of sewing decorative patterns onto a piece of clothing

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "embroidery"
engraving

the art or process of carving an artistic shape or pattern on a hard material

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "engraving"
topiary

the activity or art of decorating trees or bushes by trimming them down into various designs

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "topiary"
crocheting

the craft of creating fabric using yarn and a crochet hook

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "crocheting"
rambling

the activity of walking across the countryside for fun

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rambling"
fieldcraft

the skills that are needed for surviving outdoors, particularly in the wilderness

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fieldcraft"
regimen

a set of instructions given to someone regarding what they should eat or do to maintain or restore their health

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "regimen"
dilettante

a person who has an interest in a particular subject but lacks determination or knowledge on the matter

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dilettante"
philatelist

a person who collects and studies postage stamps

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "philatelist"
numismatist

someone who collects, studies, or deals with coins, currency, and related items, often as a hobby or profession

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "numismatist"
silversmithing

a form of metalwork that specifically focuses on the creation of objects from silver, such as jewelry, flatware, and decorative items

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "silversmithing"
lapidary

a person who specializes in the art and craft of cutting, shaping, and polishing gemstones, minerals, and rocks into decorative objects

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lapidary"
bibliophile

a person who loves books, especially as physical objects, and collects them

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bibliophile"
philomath

a lover of learning or a devotee to the pursuit of knowledge in various fields

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "philomath"
enology

the study and science of wine and winemaking

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "enology"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek