pattern

Βιβλίο Four Corners 3 - Ενότητα 4 Μάθημα Α - Μέρος 1

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 4 Μάθημα Α - Μέρος 1 στο βιβλίο μαθημάτων Four Corners 3, όπως "βραβείο", "πελαγός", "τοπικό" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Four Corners 3
interesting

catching and keeping our attention because of being unusual, exciting, etc.

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "interesting"
life

the state of existing as a person who is alive

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "life"
experience

the skill and knowledge we gain from doing, feeling, or seeing things

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "experience"
award

an official decision based on which something is given to someone

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "award"
famous person

a person such as a singer, politician, etc. who is known by a lot of people

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "famous person"
bone

any of the hard pieces making up the skeleton in humans and some animals

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bone"
to act

to play or perform a role in a play, movie, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to act"
play

a written story that is meant to be performed on a stage, radio, or television

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "play"
to be on

to be broadcasted on televison or radio

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to [be] on"
to get

to catch a disease or an illness

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to get"
seasick

feeling sick or nauseous due to the motion of the ship or boat one is traveling with

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "seasick"
to move

to change your position or location

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to move"
new

recently invented, made, etc.

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "new"
city

a larger and more populated town

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "city"
phone

an electronic device used to talk to a person who is at a different location

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "phone"
hero

a person who deserves great admiration for their bravery or good deeds

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hero"
local

related or belonging to a particular area or place that someone lives in or mentions

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "local"
to surprise

to make someone feel mildly shocked

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to surprise"
though

used to say something surprising compared to the main idea

[Σύνδεσμος]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "though"
TV reporter

a person whose job is to present spoken or written information that is newly recieved on television

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "TV reporter"
to be

used when naming, or giving description or information about people, things, or situations

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to be"
to become

to start or grow to be

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to become"
to break

to separate something into more pieces, often in a sudden way

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to break"
to build

to put together different materials such as brick to make a building, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to build"
to buy

to get something in exchange for paying money

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to buy"
to choose

to decide what we want to have or what is best for us from a group of options

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to choose"
to come

to move toward a location that the speaker considers to be close or relevant to them

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to come"
to do

to perform an action that is not mentioned by name

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to do"
to draw

to make a picture of something using a pencil, pen, etc. without coloring it

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to draw"
to drink

to put water, coffee, or other type of liquid inside of our body through our mouth

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to drink"
to drive

to control the movement and the speed of a car, bus, truck, etc. when it is moving

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to drive"
to eat

to put food into the mouth, then chew and swallow it

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to eat"
to fall

to quickly move from a higher place toward the ground

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to fall"
television

an electronic device with a screen that receives television signals, on which we can watch programs

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "television"
to feel

to experience a particular emotion

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to feel"
couple

a small, unspecified number of things or people, usually two or a few

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "couple"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek