pattern

Βιβλίο Face2face - Ενδιάμεσο - Μονάδα 7 - 7Α

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 7 - 7Α στο βιβλίο μαθημάτων Face2Face Intermediate, όπως "ευκαιρία", "μπέρδεμα", "ενθάρρυνση" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Face2face - Intermediate
goal

our purpose or desired result

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "goal"
achievement

the action or process of reaching a particular thing

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "achievement"
opportunity

a situation or a chance where doing or achieving something particular becomes possible or easier

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "opportunity"
to achieve

to finally accomplish a desired goal after dealing with many difficulties

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to achieve"
effort

an attempt to do something, particularly something demanding

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "effort"
to mess up

to make a mistake or error, causing a situation or task to become disorganized, confused, or unsuccessful

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to mess up"
to dream

to think about something that one desires very much

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to dream"
to make the most (out) of something

to enjoy or use something as much or as often as one can

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to [make] the most (out|) of {sth}"
to do one's best

to try to do something as well as one is capable of

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to [do] {one's}  best"
to go wrong

to experience an unexpected problem or difficulty that causes a situation or activity to fail or not go as planned

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to [go] wrong"
to take part

to participate in something, such as an event or activity

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to [take] part"
to encourage

to provide someone with support, hope, or confidence

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to encourage"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek