pattern

Βιβλίο Face2face - Ενδιάμεσο - Ενότητα 11 - 11Β

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 11 - 11Β στο βιβλίο μαθημάτων Face2Face Intermediate, όπως "απαιτητικό", "επαναληπτικό", "λαμπερό" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Face2face - Intermediate
job
[ουσιαστικό]

the work that we do regularly to earn money

δουλειά, επαγγελμα

δουλειά, επαγγελμα

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
demanding
[επίθετο]

(of a task) needing great effort, skill, etc.

απαιτητικός, δυσκολότερος

απαιτητικός, δυσκολότερος

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
well-paid
[επίθετο]

(of a job or occupation) providing a high salary or income in comparison to others in the same industry or field

καλά αμειβόμενος, υψηλά αμειβόμενος

καλά αμειβόμενος, υψηλά αμειβόμενος

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
badly
[επίρρημα]

to a great or serious degree or extent

βαθιά, σοβαρά

βαθιά, σοβαρά

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
temporary
[ουσιαστικό]

an individual who is employed for a limited time

προσωρινός εργαζόμενος, χρόνιος εργαζόμενος

προσωρινός εργαζόμενος, χρόνιος εργαζόμενος

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
permanent
[επίθετο]

continuing to exist all the time, without significant changes

μόνιμος, διαρκής

μόνιμος, διαρκής

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
full-time
[επίθετο]

done for the usual hours in a working day or week

πλήρους απασχόλησης, μονίμου απασχόλησης

πλήρους απασχόλησης, μονίμου απασχόλησης

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
part-time
[επίθετο]

done only for a part of the working hours

μερικής απασχόλησης, είδους απασχόλησης

μερικής απασχόλησης, είδους απασχόλησης

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
stressful
[επίθετο]

causing mental or emotional strain or worry due to pressure or demands

αγχωτικός, πιεστικός

αγχωτικός, πιεστικός

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
challenging
[επίθετο]

difficult to accomplish, requiring skill or effort

δύσκολος, απαιτητικός

δύσκολος, απαιτητικός

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
rewarding
[επίθετο]

(of an activity) making one feel satisfied by giving one a desirable outcome

rewarding (αντικείμενο που αποφέρει ικανοποίηση), ικανοποιητικό

rewarding (αντικείμενο που αποφέρει ικανοποίηση), ικανοποιητικό

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
repetitive
[επίθετο]

referring to something that involves repeating the same actions or elements multiple times, often leading to boredom or dissatisfaction

επανειλημμένος, μονοτονικός

επανειλημμένος, μονοτονικός

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
lonely
[επίθετο]

feeling unhappy due to being alone or lacking companionship

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
glamorous
[επίθετο]

stylish, attractive, and often associated with luxury or sophistication

κομψός, μαγευτικός

κομψός, μαγευτικός

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
dull
[επίθετο]

boring or lacking interest, excitement, or liveliness

βαρετός, άχρωμος

βαρετός, άχρωμος

daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek