pattern

Ρήματα Πρόκλησης Κίνησης - Ρήματα για την αλλαγή υψομέτρου

Εδώ θα μάθετε μερικά αγγλικά ρήματα που αναφέρονται σε αλλαγή υψομέτρου όπως "lift", "pick up" και "low".

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Categorized English Verbs of Causing Movement
to raise

to put something or someone in a higher place or lift them to a higher position

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to raise"
to upraise

to lift something upward

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to upraise"
to lift

to move a thing from a lower position or level to a higher one

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to lift"
to lift up

to take someone or something and move them upward

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to lift up"
to heave

to lift upward, often with a significant amount of effort or force

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to heave"
to levitate

to make something rise and float in the air, without any physical support or contact

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to levitate"
to jack

to lift something upward using a mechanical device

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to jack"
to winch

to lift a heavy object using a specific mechanical device

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to winch"
to hoist

to lift or raise an object, typically heavy or bulky, using ropes and pulleys

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to hoist"
to heighten

to raise something above its current position

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to heighten"
to pick up

to take and lift something or someone up

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to pick up"
to scoop up

to gather or lift something using a scoop or similar tool

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to scoop up"
to lower

to move something or someone to a position that is closer to the ground

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to lower"
to sink

to make something such as a ship submerge

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to sink"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek