pattern

Λεξιλόγιο για το IELTS (Γενικά) - Music

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις για τη μουσική, όπως «beat», «folk», «amplify» κ.λπ. που χρειάζονται για τις εξετάσεις IELTS.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Words for General IELTS
beat

a piece of music's or a poem's main rhythm

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "beat"
act

a main part of a play, opera, or ballet

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "act"
chart

a list that ranks top pop records based on sales in a particular period

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chart"
choir

a group of singers who perform together, particularly in religious ceremonies or in public

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "choir"
composer

a person who writes music as their profession

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "composer"
conductor

someone who guides and directs an orchestra

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "conductor"
folk

music that originates from and reflects the traditional culture of a particular region or community, often featuring acoustic instruments and storytelling lyrics

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "folk"
lyric

(plural) a song's words or text

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lyric"
microphone

a piece of equipment used for recording voices or sounds or for making one's voice louder

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "microphone"
rehearsal

a session of practice in which performers prepare themselves for a public performance of a concert, play, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rehearsal"
to release

to make a movie, music, etc. available to the public

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to release"
acoustic

(of a musical instrument) making a sound that is natural, not amplified

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "acoustic"
to amplify

to make a sound, especially a musical sound, louder

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to amplify"
ballad

a tale that is narrated in the form of a song or poem

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ballad"
anthem

an official song of great importance for a particular country that is performed on certain occasions

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "anthem"
cello

a large musical instrument of the violin family that is held upright and is played by pulling a bow across its strings

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cello"
to improvise

to create and perform words of a play, music, etc. on impulse and without preparation, particularly because one is forced to do so

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to improvise"
movement

one of the main parts that a long musical work is divided into, having its own structure

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "movement"
recital

a public performance of music or poetry by an individual or a small group

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "recital"
tune

a sequence of musical notes arranged in a specific order to create a recognizable piece of music

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tune"
melody

the arrangement or succession of single musical notes in a tune or piece of music

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "melody"
to audition

to give a short performance in order to get a role in a movie, play, show, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to audition"
chord

three or more musical notes that form a harmony when played together

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chord"
discord

an unusual combination of musical notes that sound strange when played

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "discord"
duet

a piece of music written for two performers

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "duet"
gig

a performance of live music, comedy, or other entertainment, usually by one or more performers in front of an audience

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gig"
record

a round, thin piece of plastic with a hole in the middle, on which music, etc. is recorded

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "record"
performance

the act of presenting something such as a play, piece of music, etc. for entertainment

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "performance"
musical

any theatrical performance that combines singing, dancing, and acting to tell a story

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "musical"
live

(of TV or radio broadcasts) aired at the exact moment the events are taking place, without any earlier recording or editing

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "live"
to stream

to send an audio or video directly over the internet with an uninterrupted flow

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to stream"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek