pattern

Βιβλίο Face2face - Άνω του μεσαίου - Μονάδα 12 - 12Α

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 12 - 12Α στο βιβλίο μαθημάτων Face2Face Upper-Intermediate, όπως "bug", "trendy", "hassle" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Face2face - Upper-intermediate
to stress somebody out

to cause someone to feel anxious, overwhelmed, or under pressure, often due to excessive demands or expectations

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to [stress] {sb} out"
to bug

to hide a small microphone in a place or device in order to secretly listen to or record someone's conversations

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to bug"
crazy

behaving in a very strange or unusual way

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "crazy"
to chuck out

to make someone leave a place against their will

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to chuck out"
to hang on

to ask someone to wait briefly or pause for a moment

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to hang on"
to pop into

to briefly visit a place, often without prior planning or notice

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to pop into"
to mess up

to make a mistake or error, causing a situation or task to become disorganized, confused, or unsuccessful

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to mess up"
to chill out

to relax and take a break especially when feeling stressed or upset

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to chill out"
telly

used to refer to a television set

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "telly"
quid

the currency of the United Kingdom, equivalent to one hundred pence

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "quid"
trendy

influenced by the latest or popular styles

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "trendy"
mate

used to refer to a friend, especially of the same gender

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mate"
pretty

to a degree that is high but not very high

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pretty"
to fancy

to like or want someone or something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to fancy"
guy

a person, typically a male

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "guy"
hassle

a dispute or disagreement between people

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hassle"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek