pattern

Βιβλίο Interchange - Άνω του μεσαίου - Ενότητα 14

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 14 στο βιβλίο μαθημάτων Interchange Upper-Intermediate, όπως "ταυτόχρονα", "συντακτική", "διαβεβαίωση" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Interchange - Upper-intermediate
milestone

an event or stage that has a very important impact on the progress of something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "milestone"
contemporary

having a modern or current style or design, often reflecting up-to-date trends

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "contemporary"
feature

an important or distinctive aspect of something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "feature"
entirely

to the fullest or complete degree

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "entirely"
simultaneously

at exactly the same time

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "simultaneously"
unexpected

happening or appearing without warning, causing surprise

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "unexpected"
predictable

easily anticipated or expected to happen based on past experiences or knowledge

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "predictable"
defeated

having been beaten in a competition, battle, or struggle

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "defeated"
script

a written text that a movie, show, or play is based on

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "script"
to add

to put things together to make them bigger in size or quantity

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to add"
title

the name given to a movie, book, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "title"
credit

(plural) a list of names at the start or end of a TV program or movie acknowledging the people involved in its production

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "credit"
creative

making use of imagination or innovation in bringing something into existence

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "creative"
manager

someone who is in charge of running a business or managing part or all of a company or organization

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "manager"
club

a place where people, especially young people, go to dance, listen to music, or spend time together

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "club"
editorial

related to an article on a newspaper or magazine that gives the opinions of the editors

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "editorial"
director

a person who manages or is in charge of an activity, department, or organization

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "director"
animator

a person who creates moving images, such as cartoons, using various techniques and software

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "animator"
programmer

a person who writes computer programs

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "programmer"
news

reports on recent events that are broadcast or published

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "news"
photographer

someone whose hobby or job is taking photographs

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "photographer"
songwriter

someone who writes the words of songs and sometimes their music

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "songwriter"
storyboard

a set of pictures or drawings depicting the outline of the plot of a movie, TV series, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "storyboard"
artist

someone who creates drawings, sculptures, paintings, etc. either as their job or hobby

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "artist"
stunt

a difficult or strange action done to attract attention, especially in advertising or politics

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stunt"
talk show

a type of TV or radio program on which famous people appear as guests to answer questions about themselves or other subjects

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "talk show"
host

the person in front of a camera who talks about different topics or invites guests to a TV or radio show

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "host"
quality

the grade, level, or standard of something's excellence measured against other things

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "quality"
assurance

a promise or pledge to do something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "assurance"
analyst

a trained individual who evaluates information and data to provide insights and make informed decisions in various fields such as finance, economics, business, technology, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "analyst"
content

all the things that are held, included, or contained in something else

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "content"
manager

someone who is in charge of running a business or managing part or all of a company or organization

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "manager"
amateur

someone who is not skilled or experienced enough for a specific activity

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "amateur"
conflict

a serious disagreement or argument, often involving opposing interests or ideas

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "conflict"
dangerous

capable of destroying or causing harm to a person or thing

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dangerous"
major

serious and of great importance or significance

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "major"
social event

a social gathering or occasion where people come together to interact and socialize with each other

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "social event"
truth

the true principles or facts about something, in contrast to what is imagined or thought

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "truth"
extra

a person hired to appear in a film or television production, typically in the background of scenes to add realism

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "extra"
to register

to enter one's name in a list of an institute, school, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to register"
agency

a business or organization that provides services to other parties, especially by representing them in transactions

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "agency"
exclusively

in a manner that is only available to a particular person, group, or thing

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "exclusively"
reasonable

(of a person) showing good judgment and acting by reason

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "reasonable"
to explode

to break apart violently and noisily in a way that causes destruction

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to explode"
explosion

a sudden, forceful release of energy due to a chemical or nuclear reaction, causing rapid expansion of gases, loud noise, and often destruction

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "explosion"
jury

a group of twelve citizens, who listen to the details of a case in the court of law in order to decide the guiltiness or innocence of a defendant

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "jury"
convincing

able to make someone believe that something is right or true

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "convincing"
challenging

requiring significant effort, skill, or determination to overcome or accomplish successfully

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "challenging"
to notice

to pay attention and become aware of a particular thing or person

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to notice"
to compare

to examine or look for the differences between of two or more objects

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to compare"
tutorial

a course of instruction that is presented to an individual or a small number of students, typically focused on a specific subject or topic

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tutorial"
to rehearse

to practice a play, piece of music, etc. before the public performance

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to rehearse"
to shoot

to film or take a photograph of something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to shoot"
to find

to search and discover something or someone that we have lost or do not know the location of

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to find"
location

the geographic position of someone or something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "location"
to edit

to choose and arrange the parts that are crucial to the story of a movie, show, etc. and cut out unnecessary ones

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to edit"
World Wide Web

a network of information that is accessible to people when they use the internet

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "World Wide Web"
disc jockey

someone who announces or plays popular recorded music on radio or TV, or at a disco, club, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "disc jockey"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek