pattern

Βιβλίο Total English - Προ-ενδιάμεσο - Ενότητα 11 - Μάθημα 1

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 11 - Μάθημα 1 στο βιβλίο μαθημάτων Total English Pre-Intermediate, όπως "θαυμάζω", "συναντώ", "εκπαιδεύω" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Total English - Pre-intermediate
to look after

to take care of someone or something and attend to their needs, well-being, or safety

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to look after"
to come across

to discover, meet, or find someone or something by accident

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to come across"
to bring up

to look after a child until they reach maturity

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to bring up"
to grow up

to change from being a child into an adult little by little

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to grow up"
to look up to

to have a great deal of respect, admiration, or esteem for someone

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to look up to"
to pick up

to take and lift something or someone up

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to pick up"
to raise

to take care of a child until they are grown up

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to raise"
to educate

to teach someone, often within a school or university setting

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to educate"
to respect

to admire someone because of their achievements, qualities, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to respect"
to admire

to express respect toward someone or something often due to qualities, achievements, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to admire"
to take care of somebody or something

to care for someone, help them, or keep them safe

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to [take] care of {sb/sth}"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek