pattern

Ακαδημαϊκό IELTS (Επίπεδο 5 και Κάτω) - Μέγεθος και Κλίμακα

Εδώ, θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις που σχετίζονται με το Μέγεθος και την Κλίμακα που είναι απαραίτητες για την Ακαδημαϊκή εξέταση IELTS.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Vocabulary for Academic IELTS (5)
large

above average in amount or size

μεγάλος, ευρύς

μεγάλος, ευρύς

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "large"
huge

very large in size

τεράστιος, κολοσσιαίος

τεράστιος, κολοσσιαίος

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "huge"
enormous

extremely large in physical dimensions

εντριβερό, τεράστιο

εντριβερό, τεράστιο

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "enormous"
giant

extremely large in size

γιγάντιος, τεράστιος

γιγάντιος, τεράστιος

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "giant"
grand

magnificent in size and appearance

μεγαλειώδης, γαλήνιος

μεγαλειώδης, γαλήνιος

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "grand"
massive

extremely large or heavy

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "massive"
tiny

extremely small

μικροσκοπικός, μικρός

μικροσκοπικός, μικρός

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tiny"
little

below average in size

μικρός, μικρούλης

μικρός, μικρούλης

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "little"
microscopic

related to techniques or activities performed with a microscope to observe extremely small objects

Μικροσκοπικός, Μικροσκοπική

Μικροσκοπικός, Μικροσκοπική

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "microscopic"
teeny

having a very small size

μικροσκοπικός, μικρός

μικροσκοπικός, μικρός

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "teeny"
small-scale

characterized by a limited or reduced size

μικρής κλίμακας, μικρού μεγέθους

μικρής κλίμακας, μικρού μεγέθους

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "small-scale"
pocket-sized

describing something that is small enough to fit in a pocket

τσέπης, σχεδίου τσέπης

τσέπης, σχεδίου τσέπης

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pocket-sized"
minor

smaller or less significant in degree or amount

μικρότερος, δευτερεύων

μικρότερος, δευτερεύων

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "minor"
mini-sized

describing something that is smaller than usual, typically in a cute or compact way

μινιμαλιστικός, μικροσκοπικός

μινιμαλιστικός, μικροσκοπικός

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mini-sized"
micro

extremely small or minuscule in size

μικροσκοπικός, εξαιρετικά μικρός

μικροσκοπικός, εξαιρετικά μικρός

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "micro"
nanoscale

extremely small size, typically on the scale of nanometers, which is a billionth of a meter

νανοκλίμακας, νανοκλίμακος

νανοκλίμακας, νανοκλίμακος

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nanoscale"
baby

referring to something that is very small, like a baby animal or a small version of something

μικρούλης, μικρός

μικρούλης, μικρός

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "baby"
undersized

smaller than the typical or expected size

υποδεέστερος, μικρότερος

υποδεέστερος, μικρότερος

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "undersized"
small

below average in physical size

μικρός, κατασκευασμένος

μικρός, κατασκευασμένος

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "small"
medium

having a size that is not too big or too small, but rather in the middle

μεσαίο, μικρομεσαίο

μεσαίο, μικρομεσαίο

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "medium"
big

above average in size or extent

μεγάλος, υπερβολικός

μεγάλος, υπερβολικός

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "big"
sizable

having a relatively large size

μεγάλος, σημαντικός

μεγάλος, σημαντικός

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sizable"
to enlarge

to increase the size or quantity of something

διευρύνεω, μεγαλώνω

διευρύνεω, μεγαλώνω

Google Translate
[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to enlarge"
to upsize

to increase the size, scale, or dimensions of something, typically making it larger or more substantial than it was before

μεγαλώνω, αυξάνω

μεγαλώνω, αυξάνω

Google Translate
[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to upsize"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek