pattern

Ακαδημαϊκό IELTS (Επίπεδο 5 και Κάτω) - Σημασία

Εδώ, θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις που σχετίζονται με το Significance που είναι απαραίτητες για τις εξετάσεις Academic IELTS.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Vocabulary for Academic IELTS (5)
significant

important or great enough to be noticed or have an impact

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "significant"
crucial

extremely important or essential, often having a significant impact on the outcome of a situation

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "crucial"
vital

absolutely necessary and of great importance

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "vital"
essential

very necessary for a particular purpose or situation

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "essential"
main

being the most important among others of its kind

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "main"
fundamental

related to the core and most important or basic parts of something

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fundamental"
serious

needing attention and action because of possible danger or risk

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "serious"
meaningful

having a significant purpose or importance

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "meaningful"
important

having a lot of value

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "important"
primary

having the most importance or influence

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "primary"
central

very important and necessary

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "central"
necessary

needed to be done for a particular reason or purpose

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "necessary"
prominent

well-known or easily recognizable due to importance, influence, or distinct features

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "prominent"
highlight

the most outstanding, enjoyable or exciting part of something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "highlight"
to underline

to emphasize the importance of something by making it seem more noticeable

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to underline"
to emphasize

to give special attention or importance to something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to emphasize"
to stress

to emphasize a particular point or aspect

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to stress"
trivial

having little substance or importance

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "trivial"
inessential

not required for the basic functioning or core purpose

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "inessential"
nonessential

not absolutely necessary

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nonessential"
unessential

not necessary or crucial and capable of being omitted without affecting the main aspects

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "unessential"
insignificant

not having much importance, meaning, or influence

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "insignificant"
minor

having little importance, effect, or seriousness, particularly when compared to other similar things

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "minor"
unremarkable

having no particular or outstanding quality

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "unremarkable"
unimportant

having no value or significance

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "unimportant"
secondary

having less importance or value when compared to something else

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "secondary"
noncrucial

having little significance

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "noncrucial"
nonserious

not characterized by seriousness or lacks a significant level of importance

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nonserious"
nonvital

not very important or necessary

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nonvital"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek