pattern

Ακαδημαϊκό IELTS (Επίπεδο 5 και Κάτω) - Ψυχολογία

Εδώ, θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις που σχετίζονται με την Ψυχολογία που είναι απαραίτητες για τις εξετάσεις Basic Academic IELTS.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Vocabulary for Academic IELTS (5)
mind

the ability in a person that makes them think, feel, or imagine

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mind"
memory

the ability of mind to keep and remember past events, people, experiences, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "memory"
personality

all the qualities that shape a person's character and make them different from others

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "personality"
therapy

the treatment of mental or psychological disorders by discussing someone’s problems instead of using drugs or operations

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "therapy"
depression

a state characterized by constant feelings of sadness, hopelessness, and a lack of enegry or interest in activities

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "depression"
anxiety

(psychiatry) a mental disorder of constant nervousness and worry, in which one expects something bad to happen with no valid reason

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "anxiety"
dream

a series of images, feelings, or events happening in one's mind during sleep

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dream"
insight

a penetrating and profound understanding that goes beyond surface-level observations or knowledge

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "insight"
perception

the image or idea that is formed based on how one understands something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "perception"
phobia

an intense and irrational fear toward a specific thing such as an object, situation, concept, or animal

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "phobia"
emotional quotient

the ability to understand, use, and manage one's own emotions in positive ways, as well as empathize with others

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "emotional quotient"
intelligence quotient

a measure of a person's reasoning ability and cognitive skills, derived from standardized tests designed to assess human intelligence

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "intelligence quotient"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek