pattern

Λεξιλόγιο για το IELTS (Γενικά) - Πινακίδα

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις σχετικά με την σήμανση, όπως "moreover", "thus", "show" κ.λπ. που χρειάζονται για την εξέταση IELTS.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Words for General IELTS
additionally

used to introduce extra information or points

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "additionally"
furthermore

used to introduce additional information

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "furthermore"
moreover

used to introduce additional information or to emphasize a point

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "moreover"
former

referring to the first of two things mentioned

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "former"
initial

related to or happening at the beginning of a series or process

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "initial"
latter

referring to the second of two things mentioned

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "latter"
prior

happening or existing before something else

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "prior"
respectively

in exactly the order mentioned

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "respectively"
subsequent

occurring or coming after something else

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "subsequent"
overall

with everyone or everything included

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "overall"
thus

in the way or manner that is already mentioned

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "thus"
consequently

used to indicate a logical result or effect

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "consequently"
however

used to indicate contrast or contradiction

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "however"
also

used to introduce another fact or idea in addition to something already mentioned

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "also"
alternatively

as a second choice or another possibility

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "alternatively"
conversely

in a way that is different from what has been mentioned

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "conversely"
to assert

to clearly and confidently say that something is the case

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to assert"
to claim

to say that something is the case without providing proof for it

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to claim"
to demonstrate

to show clearly that something is true or exists by providing proof or evidence

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to demonstrate"
to intend

to have something in mind as a plan or purpose

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to intend"
firstly

used to introduce the first fact, reason, step, etc.

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "firstly"
secondly

used to introduce the second point, reason, step, etc.

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "secondly"
finally

used to indicate that what follows is the conclusion or final aspect being considered

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "finally"
to signpost

to clearly demonstrate something, especially the way that an argument, speech, etc. will develop so that everyone will notice and understand

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to signpost"
supplementary

provided to improve or enhance something that already exists

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "supplementary"
besides

used to add a point to support the statement just mentioned

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "besides"
extra

to a degree or extent that is greater or more than usual

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "extra"
whereas

used to introduce a statement that is true for one thing and false for another

[Σύνδεσμος]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "whereas"
whilst

while something else is happening

[Σύνδεσμος]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "whilst"
on balance

after considering all relevant facts and taking every factor into account

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "on balance"
in contrast

used to highlight the differences between two or more things or people

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "(in|by) contrast"
nevertheless

used to introduce an opposing statement

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nevertheless"
to show

to teach or explain to someone how something is done in a practical way

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to show"
as a result

used to indicate the outcome of a preceding action or situation

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "as a result"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek