pattern

Βιβλίο Interchange - Ενδιάμεσο - Ενότητα 11 - Μέρος 2

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 11 - Μέρος 2 στο βιβλίο μαθημάτων Interchange Intermediate, όπως "κατασκευάζω", "συνεχώς", "δηλώνω" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Interchange - Intermediate
language

the system of communication by spoken or written words, that the people of a particular country or region use

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "language"
wheat

the common grain that is used in making flour, taken from a cereal grass which is green and tall

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "wheat"
to grow

(of a plant) to naturally exist and develop

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to grow"
to raise

to put something or someone in a higher place or lift them to a higher position

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to raise"
to manufacture

to produce products in large quantities by using machinery

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to manufacture"
to speak

to use one's voice to express a particular feeling or thought

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to speak"
to find

to search and discover something or someone that we have lost or do not know the location of

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to find"
conference

an official meeting where a group of people discuss a certain matter, which often continues for days

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "conference"
euro

the money that most countries in Europe use

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "euro"
definitely

in a certain way

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "definitely"
dairy

milk and milk products that are produced by mammals such as cows, goats, and sheep collectively

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dairy"
to use

to do something with an object, method, etc. to achieve a specific result

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to use"
to accept

to say yes to what is asked of you or offered to you

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to accept"
clue

a piece of evidence that leads someone toward the solution of a crime or problem

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "clue"
currency

the type or system of money that is used by a country

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "currency"
guide

a person whose job is to take tourists to interesting places and show them around

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "guide"
medieval

belonging or related to the Middle Ages, the period in European history from roughly the 5th to the 15th century

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "medieval"
to declare

to officially tell people something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to declare"
museum

a place where important cultural, artistic, historical, or scientific objects are kept and shown to the public

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "museum"
toilet

the complete bathroom or restroom area, including facilities for personal hygiene and grooming

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "toilet"
fascinating

extremely interesting or captivating

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fascinating"
to admire

to express respect toward someone or something often due to qualities, achievements, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to admire"
solid

firm and stable in form, not like a gas or liquid

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "solid"
collection

a group of particular objects put together and considered as a whole

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "collection"
poem

a written piece with particularly arranged words in a way that, usually rhyme, conveys a lot of emotion and style

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "poem"
underwater

performed, operating, or occurring below the surface of water, or designed to function in such an environment

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "underwater"
sculpture

a solid figure or object made as a work of art by shaping and carving wood, clay, stone, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sculpture"
material

a substance from which things can be made

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "material"
to exist

to have actual presence or reality, even if no one is thinking about it or noticing it

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to exist"
side by side

describing two or more things that are positioned next to each other

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "side by side"
coral

a hard, often pink or red substance produced by marine invertebrates, used in jewelry and ornaments

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "coral"
constantly

in a way that continues without any pause

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "constantly"
variety

a range of things or people with the same general features but different in some details

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "variety"
exhibit

a public event in which objects such as paintings, photographs, etc. are shown

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "exhibit"
tiny

extremely small

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tiny"
chess

a strategic two-player board game where players move pieces with different abilities across a board with the objective of capturing the opponent's king

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chess"
needle

a slender, solid, often sharp-pointed instrument used for withdrawing blood samples, injecting medicine, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "needle"
camel

a large desert animal with a long neck and one or two humps on its back

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "camel"
peace

a period or state where there is no war or violence

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "peace"
to sew

to join two or more pieces of fabric or other materials together, often by using a needle and thread

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to sew"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek