pattern

Βιβλίο Interchange - Ενδιάμεσο - Ενότητα 4 - Μέρος 2

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 4 - Μέρος 2 στο βιβλίο μαθημάτων Interchange Intermediate, όπως "ατμός", "κουταλιά της σούπας", "χύστε" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Interchange - Intermediate
to fry

to cook in hot oil or fat

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to fry"
to roast

to cook something, especially meat, over a fire or in an oven for an extended period

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to roast"
to steam

to cook using the steam of boiling water

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to steam"
shrimp

a small animal from the crustacean family with ten legs that lives in the sea

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "shrimp"
egg

an oval or round thing that is produced by a chicken and can be used for food

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "egg"
chicken

the flesh of a chicken that we use as food

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chicken"
potato

a round vegetable that grows beneath the ground, has light brown skin, and is used cooked or fried

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "potato"
onion

a round vegetable with many layers and a strong smell and taste

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "onion"
carrot

a long orange vegetable that grows beneath the ground and is eaten cooked or raw

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "carrot"
banana

a soft fruit that is long and curved and has hard yellow skin

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "banana"
tablespoon

a spoon of a large size which is used for serving food

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tablespoon"
heat

a state of having a higher than normal temperature

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "heat"
to add

to put something such as an ingredient, additional element, etc. together with something else

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to add"
to stir

to move a spoon, etc. around in a liquid or other substance to completely mix it

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to stir"
to melt

(of something in solid form) to turn into liquid form by being subjected to heat

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to melt"
to season

to add spices or salt to food to make it taste better

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to season"
first

before anything or anyone else in time, order, or importance

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "first"
then

after the thing mentioned

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "then"
next

coming immediately after a person or thing in time, place, or rank

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "next"
finally

used to introduce the last event or item in a series of related things

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "finally"
spaghetti

a type of pasta in very long thin pieces that is cooked in boiling water

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "spaghetti"
chocolate chip cookie

a type of drop cookie with small chunks of chocolate

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chocolate chip cookie"
salsa

a spicy sauce made with chilis and tomatoes, widely used in Mexican cuisine

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "salsa"
French toast

a breakfast food that is made by putting slices of bread in a mixture of eggs and milk, and then frying them in a pan until they are golden brown

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "French toast"
popcorn

a type of snack made from a type of corn kernel that expands and puffs up when heated

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "popcorn"
to chop

to cut something into pieces using a knife, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to chop"
to heat

to raise the temperature of something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to heat"
to pour

to make a container's liquid flow out of it

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to pour"
to cover

to put something over something else in a way that hides or protects it

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to cover"
to cook

to make food with heat

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to cook"
to mix

to combine different substances, elements, or ingredients together to create a unified whole

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to mix"
to mash

to crush food into a soft mass

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to mash"
cookbook

a book that explains how a dish is cooked

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cookbook"
avocado

a bell-shaped tropical fruit with bright green flesh, dark skin and a big stony seed

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "avocado"
lime

a round green fruit with a sour taste

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lime"
to chill

to cool or refrigerate food or beverages to a lower temperature

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to chill"
cilantro

a leafy herb that has a strong and slightly sour taste

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cilantro"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek