pattern

Βιβλίο Total English - Στοιχειώδης - Ενότητα 6 - Αναφορά - Μέρος 3

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 6 - Αναφορά - Μέρος 3 στο βιβλίο μαθημάτων Total English Elementary, όπως "hospital", "century", "bar" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Total English - Elementary
to write

to make letters, words, or numbers on a surface, usually on a piece of paper, with a pen or pencil

γράφω, συγγράφω

γράφω, συγγράφω

Google Translate
[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to write"
airport

a large place where planes take off and land, with buildings and facilities for passengers to wait for their flights

αεροδρόμιο, αερολιμένας

αεροδρόμιο, αερολιμένας

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "airport"
art gallery

a building where works of art are displayed for the public to enjoy

γκαλερί τέχνης, καλλιτεχνική γκαλερί

γκαλερί τέχνης, καλλιτεχνική γκαλερί

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "art gallery"
bank

a financial institution that keeps and lends money and provides other financial services

τράπεζα, νομισματοπιστωτικό ίδρυμα

τράπεζα, νομισματοπιστωτικό ίδρυμα

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bank"
bar

a place where alcoholic and other drinks and light snacks are sold and served

μπάρα, μπαρ

μπάρα, μπαρ

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bar"
building

a structure that has walls, a roof, and sometimes many levels, like an apartment, house, school, etc.

κτήριο, οικοδόμημα

κτήριο, οικοδόμημα

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "building"
bus station

a place where multiple buses begin and end their journeys, particularly a journey between towns or cites

στάση λεωφορείου, σταθμός λεωφορείου

στάση λεωφορείου, σταθμός λεωφορείου

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bus station"
cafe

a small restaurant that sells drinks and meals

καφετέρια, καφέ

καφετέρια, καφέ

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cafe"
cinema

a building where films are shown

κινηματογράφος, σινεμά

κινηματογράφος, σινεμά

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cinema"
factory

a building or set of buildings in which products are made, particularly using machines

εργοστάσιο, βιομηχανία

εργοστάσιο, βιομηχανία

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "factory"
hospital

a large building where sick or injured people receive medical treatment and care

νοσοκομείο, θεραπευτήριο

νοσοκομείο, θεραπευτήριο

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hospital"
hostel

a place or building that provides cheap food and accommodations for visitors

πανδοχείο, χοιροστάσιο

πανδοχείο, χοιροστάσιο

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hostel"
library

a place in which collections of books and sometimes newspapers, movies, music, etc. are kept for people to read or borrow

βιβλιοθήκη, αναγνωστήριο

βιβλιοθήκη, αναγνωστήριο

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "library"
market

a public place where people buy and sell groceries

αγορά, παζάρι

αγορά, παζάρι

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "market"
museum

a place where important cultural, artistic, historical, or scientific objects are kept and shown to the public

μουσείο, κέντρο τέχνης και πολιτισμού

μουσείο, κέντρο τέχνης και πολιτισμού

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "museum"
park

a large public place in a town or a city that has grass and trees and people go to for walking, playing, and relaxing

πάρκο, κήπος

πάρκο, κήπος

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "park"
post office

a place where we can send letters, packages, etc., or buy stamps

ταχυδρομείο, γραφείο ταχυδρομείου

ταχυδρομείο, γραφείο ταχυδρομείου

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "post office"
power station

a facility that generates electricity on a large scale

ηλεκτρικός σταθμός, σταθμός παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας

ηλεκτρικός σταθμός, σταθμός παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "power station"
restaurant

a place where we pay to sit and eat a meal

εστιατόριο, ταβέρνα

εστιατόριο, ταβέρνα

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "restaurant"
school

a place where children learn things from teachers

σχολείο, διδακτήριο

σχολείο, διδακτήριο

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "school"
bookshop

a shop that sells books and usually stationery

βιβλιοπωλείο, βιβλιογραφείο

βιβλιοπωλείο, βιβλιογραφείο

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bookshop"
chemist

someone whose job is to prepare and sell drugs in a pharmacy

φαρμακοποιός, χημικός

φαρμακοποιός, χημικός

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chemist"
department store

a large store, divided into several parts, each selling different types of goods

πολυκατάστημα, τμήμα κατάστημα

πολυκατάστημα, τμήμα κατάστημα

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "department store"
newsagent

a shop that sells newspapers, magazines, and other items related to reading materials, such as stationery, cards, and sometimes snacks

περίπτερο, κατάστημα Τύπου

περίπτερο, κατάστημα Τύπου

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "newsagent"
shopping center

an area of stores or a group of stores built together in one area

εμπορικό κέντρο, αγοραστικό κέντρο

εμπορικό κέντρο, αγοραστικό κέντρο

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "shopping center"
stationer

someone who sells writing materials, such as pens, pencils, paper, etc.

χαρτοπωλείο, καταστηματάρχης ειδών γραφής

χαρτοπωλείο, καταστηματάρχης ειδών γραφής

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stationer"
supermarket

a large store that we can go to and buy food, drinks and other things from

σούπερ μάρκετ, υπεραγορά

σούπερ μάρκετ, υπεραγορά

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "supermarket"
ago

used to refer to a time in the past, showing how much time has passed before the present moment

πριν, προτού

πριν, προτού

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ago"
century

a period of one hundred years

αιώνας, κοσμώνας

αιώνας, κοσμώνας

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "century"
last

immediately preceding the present time

τελευταίος, χθεσινός

τελευταίος, χθεσινός

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "last"
jeweler

a person who buys, makes, repairs, or sells jewelry and watches

κοσμηματοπώλης, κοσμηματοποιός

κοσμηματοπώλης, κοσμηματοποιός

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "jeweler"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek