pattern

Ακαδημαϊκό IELTS (Επίπεδο 6-7) - Χώρος και Περιοχή

Εδώ, θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις που σχετίζονται με το Space και το Area που είναι απαραίτητες για τις εξετάσεις Academic IELTS.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Vocabulary for Academic IELTS (6-7)
spacious

(of a room, house, etc.) large with a lot of space inside

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "spacious"
airy

having a refreshing atmosphere due to ample circulation of fresh air

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "airy"
packed

densely filled or crowded with people or things

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "packed"
overcrowded

(of a space or area) filled with too many people or things, causing discomfort or lack of space

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "overcrowded"
crammed

filled tightly and often in a crowded or limited space, often to the point of being overcrowded

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "crammed"
space-consuming

taking up a lot of space, potentially causing inefficiency

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "space-consuming"
capacious

able to hold a large quantity

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "capacious"
ample

having plenty of room, sufficiently large, or offering enough area for its intended purpose without feeling cramped or crowded

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ample"
to compress

to reduce the volume or size of something by applying pressure, squeezing, or condensing it

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to compress"
to constrict

to tighten, squeeze, or narrow down in order to reduce in size

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to constrict"
dense

containing plenty of things or people in a small space

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dense"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek