pattern

Ακαδημαϊκό IELTS (Επίπεδο 8 και Άνω) - Αρνητικές συναισθηματικές καταστάσεις

Εδώ, θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις που σχετίζονται με τις αρνητικές συναισθηματικές καταστάσεις που είναι απαραίτητες για την Ακαδημαϊκή εξέταση IELTS.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Vocabulary for Academic IELTS (8)
jittery

having a nervous or restless energy

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "jittery"
fidgety

unable to stay still and calm

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fidgety"
forlorn

feeling abandoned, lonely, or hopeless

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "forlorn"
weary

feeling or displaying deep exhaustion

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "weary"
fatigued

experiencing extreme exhaustion, often resulting from physical or mental exertion

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fatigued"
drained

depleted of physical or emotional energy

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "drained"
disgruntled

dissatisfied or unhappy due to feelings of unfair treatment or disappointment

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "disgruntled"
exasperated

furious and frustrated, especially due to an unsolvable problem

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "exasperated"
peeved

irritated or angered by a particular situation or person

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "peeved"
dismayed

deeply troubled, disappointed, or baffled, often as a result of an unexpected or unfavorable event

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dismayed"
lackadaisical

lazy and dreamy, without much energy or interest

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lackadaisical"
slothful

inclined to laziness

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "slothful"
despondent

feeling hopeless, discouraged, or in low spirits, often due to a sense of failure or loss

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "despondent"
disheartened

having lost all one's courage, hope, or enthusiasm

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "disheartened"
dejected

in a state of low spirits or sadness

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dejected"
downcast

(of a person) melancholic and full of grief

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "downcast"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek