pattern

Ακαδημαϊκό IELTS (Επίπεδο 8 και Άνω) - Ανθρώπινα Χαρακτηριστικά

Εδώ, θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις που σχετίζονται με τα Ανθρώπινα Χαρακτηριστικά που είναι απαραίτητες για την Ακαδημαϊκή εξέταση IELTS.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Vocabulary for Academic IELTS (8)
diligent

consistently putting in the necessary time and energy to achieve one's goals

επιμελής και αποφασιστικός

επιμελής και αποφασιστικός

Google Translate
[επίθετο]
self-reliant

able to take care of oneself without needing help from others

αυτοδύναμη

αυτοδύναμη

Google Translate
[επίθετο]
tenacious

being very determined and not giving up easily

πολύ αποφασισμένος

πολύ αποφασισμένος

Google Translate
[επίθετο]
gallant

(of a man or his manners) behaving with courtesy and politeness toward women

ευγενικός ή αξιοπρεπής

ευγενικός ή αξιοπρεπής

Google Translate
[επίθετο]
gracious

characterized by kindness, politeness, and a warm, welcoming demeanor

ευγενικός και ευγενικός

ευγενικός και ευγενικός

Google Translate
[επίθετο]
prudent

showing sensibility, wisdom, and care when making decisions to minimize risks

συνετός

συνετός

Google Translate
[επίθετο]
amicable

(of interpersonal relations) behaving with friendliness and without disputing

φιλικός

φιλικός

Google Translate
[επίθετο]
benevolent

showing kindness and generosity

ευγενικός και γενναιόδωρος

ευγενικός και γενναιόδωρος

Google Translate
[επίθετο]
lukewarm

having or showing little or no enthusiasm, interest, or conviction

αδιάφοροι ή χωρίς κίνητρα

αδιάφοροι ή χωρίς κίνητρα

Google Translate
[επίθετο]
melodramatic

exaggerated or overly emotional in a theatrical or sensational way

υπερβολικά συναισθηματική ή υπερβολική

υπερβολικά συναισθηματική ή υπερβολική

Google Translate
[επίθετο]
negligent

failing to act with the appropriate level of care or attention, often resulting in harm or damage to others

αμελές άτομο

αμελές άτομο

Google Translate
[επίθετο]
disdainful

refusing or rejecting something with a feeling of superiority or contempt

αλαζονικός ή εγωιστής

αλαζονικός ή εγωιστής

Google Translate
[επίθετο]
fickle

(of a person) likely to change their mind or feelings in a senseless manner too frequently

κυκλοθυμική και ασταθής

κυκλοθυμική και ασταθής

Google Translate
[επίθετο]
morose

having a sullen, gloomy, or pessimistic disposition

κακοδιάθετος ή απαισιόδοξος

κακοδιάθετος ή απαισιόδοξος

Google Translate
[επίθετο]
sullen

bad-tempered, gloomy, and usually silent

αγέλαστος

αγέλαστος

Google Translate
[επίθετο]
egoistic

characterized by an excessive or self-centered focus on one's own interests, needs, or desires

εγωιστικός

εγωιστικός

Google Translate
[επίθετο]
ungracious

lacking in politeness, courtesy, or good manners

απρεπής

απρεπής

Google Translate
[επίθετο]
callous

showing or having an insensitive and cruel disregard for the feelings or suffering of others

τυλώδης

τυλώδης

Google Translate
[επίθετο]
blunt

speaking or behaving in a direct, straightforward manner, often without consideration for others' feelings

άμεσο και ειλικρινές

άμεσο και ειλικρινές

Google Translate
[επίθετο]
cynical

having a distrustful or negative outlook, often believing that people are motivated by self-interest

απαισιόδοξος

απαισιόδοξος

Google Translate
[επίθετο]
obstinate

stubborn and unwilling to change one's behaviors, opinions, views, etc. despite other people's reasoning and persuasion

πεισματάρης

πεισματάρης

Google Translate
[επίθετο]
malicious

intending to cause harm, injury, or distress to others

κακός

κακός

Google Translate
[επίθετο]
bigoted

having strong, unreasonable, and unfair opinions or attitudes, especially about a particular race or religion, and refusing to listen to different opinions or ideas

φανατικός

φανατικός

Google Translate
[επίθετο]
sly

clever in deceiving or tricking others

ύπουλος

ύπουλος

Google Translate
[επίθετο]
upright

adhering to ethical principles and moral behavior

με βάση την ηθική

με βάση την ηθική

Google Translate
[επίθετο]
giddy

characterized by a lighthearted and uncontrolled demeanor

εκτός ελέγχου

εκτός ελέγχου

Google Translate
[επίθετο]
staunch

showing strong support for a person, cause, or belief

πιστός και αξιόπιστος

πιστός και αξιόπιστος

Google Translate
[επίθετο]
winsome

charming, sweet, or appealing in an innocent way

γοητευτικός

γοητευτικός

Google Translate
[επίθετο]
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek