pattern

Βιβλίο Four Corners 4 - Ενότητα 10 Μάθημα Δ

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 10 Μάθημα Δ στο βιβλίο μαθημάτων Four Corners 4, όπως "υπόθεση", "τεχνητό", "απόλυτα" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Four Corners 4
lecture

a talk given to an audience about a particular subject to educate them, particularly at a university or college

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lecture"
professor

a faculty member at a college or university who has not yet attained job security or is at the rank below full professor

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "professor"
psychology

a field of science that studies the mind, its functions, and how it affects behavior

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "psychology"
poll

a process in which random people are asked the same questions to find out what the general public thinks about a given subject

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "poll"
to receive

to be given something or to accept something that is sent

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to receive"
to vote

to show which candidate one wants to win in an election or which plan one supports, by marking a piece of paper, raising one's hand, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to vote"
nearly

to a degree that is close to being complete

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nearly"
perception

the image or idea that is formed based on how one understands something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "perception"
figure

a diagram or illustration that is used to show or explain something, such as a chart, graph, or drawing

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "figure"
square

an open area in a city or town where two or more streets meet

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "square"
brain

the body part that is inside our head controlling how we feel, think, move, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "brain"
shade

an area that becomes dark and cool when direct sunlight is blocked by an object

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "shade"
natural

originating from or created by nature, not made or caused by humans

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "natural"
artificial

made by humans rather than occurring naturally in nature

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "artificial"
to fill in

to inform someone with facts or news

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to fill in"
assumption

an idea or belief that one thinks is true without having a proof

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "assumption"
to assume

to think that something is true without having proof or evidence

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to assume"
owl

a type of bird with a round face, large eyes and a loud call that hunts smaller animals mainly during the night

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "owl"
awake

not in a state of sleep or unconsciousness

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "awake"
absolutely

used to put an emphasis on a statement

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "absolutely"
possibility

possibility refers to the state or condition of being able to happen or exist, or a potential likelihood of something happening or being true

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "possibility"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek