pattern

Βιβλίο Four Corners 4 - Ενότητα 7 Μάθημα Α

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 7 Μάθημα Α στο βιβλίο μαθημάτων Four Corners 4, όπως "άβολο", "χωρίς γεγονότα", "συμβατικό" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Four Corners 4
to one's way of thinking

based on one’s opinion

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to {one's} way of thinking"
invention

a brand new machine, tool, or process that is made after study and experiment

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "invention"
positive

achieving success or progress

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "positive"
negative

having an unpleasant or harmful effect on someone or something

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "negative"
description

a written or oral piece intended to give a mental image of something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "description"
convenient

favorable or well-suited for a specific purpose or situation

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "convenient"
inconvenient

causing trouble or difficulty due to a lack of compatibility with one's needs, comfort, or purpose

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "inconvenient"
creative

making use of imagination or innovation in bringing something into existence

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "creative"
uncreative

producing ideas or work that are not new or interesting due to a lack of imagination or originality

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "uncreative"
conventional

following established customs, practices, or standards that are widely accepted or commonly used

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "conventional"
unconventional

not following typical or commonly accepted practices or norms

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "unconventional"
effective

achieving the intended or desired result

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "effective"
ineffective

not achieving the desired outcome or intended result

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ineffective"
eventful

filled with important, exciting, or dangerous events

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "eventful"
uneventful

lacking notable or interesting events or activities

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "uneventful"
imaginative

displaying or having creativity or originality

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "imaginative"
unimaginative

not having creative or interesting ideas or thoughts

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "unimaginative"
significant

important or great enough to be noticed or have an impact

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "significant"
insignificant

not having much importance, meaning, or influence

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "insignificant"
successful

getting the results you hoped for or wanted

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "successful"
unsuccessful

not achieving the intended or desired outcome

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "unsuccessful"
abacus

a tool used for counting and calculating that consists of a frame with rods or wires on which beads or stones are moved up and down using hands

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "abacus"
to count

to determine the number of people or objects in a group

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to count"
Middle East

the region including countries such as Egypt, Iran, Turkey, etc. that has Mediterranean Sea to its west and India to its east

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "Middle East"
to spread

to affect more people or a wider area

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to spread"
ancient

related or belonging to a period of history that is long gone

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ancient"
aqueduct

a channel or pipeline used to transport water over a long distance, usually from a remote source to a town or city

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "aqueduct"
so

very much or to a great amount

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "so"
such

used to emphasize the remarkable degree or quality of something

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "such"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek