pattern

Βιβλίο Solutions - Άνω του μεσαίου - Μονάδα 4 - 4Ε

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 4 - 4Ε στο βιβλίο μαθημάτων Solutions Upper-Intermediate, όπως "εβδομαδιαίο", "δειλό", "άμεσο" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Solutions - Upper-Intermediate
early

happening or done before the usual or scheduled time

πρώιμος, νωρίς

πρώιμος, νωρίς

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "early"
fast

having a high speed when doing something, especially moving

γρήγορος, ταχύς

γρήγορος, ταχύς

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fast"
weekly

after every seven days

εβδομαδιαία, ανά εβδομάδα

εβδομαδιαία, ανά εβδομάδα

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "weekly"
monthly

in a way than happens once every month

μηνιαίως, καθώς τον μήνα

μηνιαίως, καθώς τον μήνα

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "monthly"
yearly

after every twelve months

ετησίως, κατ' έτος

ετησίως, κατ' έτος

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "yearly"
friendly

(of a person or their manner) kind and nice toward other people

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "friendly"
lively

(of a place or atmosphere) full of excitement and energy

ζωντανός, ζωηρός

ζωντανός, ζωηρός

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lively"
cowardly

lacking courage, typically avoiding difficult or dangerous situations

δειλός, θέρος

δειλός, θέρος

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cowardly"
motherly

having qualities typically associated with a mother, such as care, nurturing, and protection

μητρικός, μητρική

μητρικός, μητρική

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "motherly"
lovely

very beautiful or attractive

όμορφος, πανέμορφος

όμορφος, πανέμορφος

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lovely"
close

near in distance

κοντινός, πλησίον

κοντινός, πλησίον

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "close"
closely

without having a lot of space or time in between

στενά, κοντά

στενά, κοντά

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "closely"
deep

having a great distance from the surface to the bottom

βαθύς, βαθυσίωμα

βαθύς, βαθυσίωμα

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "deep"
deeply

to a great degree

βαθιά, έντονα

βαθιά, έντονα

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "deeply"
late

doing or happening after the time that is usual or expected

καθυστερημένος, αργά

καθυστερημένος, αργά

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "late"
lately

in the recent period of time

τελευταία, πρόσφατα

τελευταία, πρόσφατα

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lately"
pretty

to a degree that is high but not very high

πολύ, αρκετά

πολύ, αρκετά

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pretty"
prettily

in an attractive or pleasing way

ωραία, όμορφα

ωραία, όμορφα

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "prettily"
daily

in a way that happens every day or once a day

καθημερινά, Ημερησίως

καθημερινά, Ημερησίως

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "daily"
quickly

with a lot of speed

γρήγορα, ταχύτατα

γρήγορα, ταχύτατα

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "quickly"
rough

unpleasant and with a lot of hardships

σκληρός, δύσκολος

σκληρός, δύσκολος

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rough"
roughly

without being exact

κάπως, περίπου

κάπως, περίπου

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "roughly"
near

not far from a place

κοντινός, περίπου

κοντινός, περίπου

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "near"
nearly

to a degree that is close to being complete

σχεδόν, κοντά στο

σχεδόν, κοντά στο

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nearly"
direct

going from one place to another in a straight line without stopping or changing direction

άμεσος, ευθύς

άμεσος, ευθύς

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "direct"
directly

in a straight line from one point to another without turning or pausing

άμεσα, ευθεία

άμεσα, ευθεία

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "directly"
wide

having a large length from side to side

φάρδυς (fárdys), ευρύς (evrýs)

φάρδυς (fárdys), ευρύς (evrýs)

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "wide"
widely

to a large extent or degree

ευρέως, πολύ

ευρέως, πολύ

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "widely"
flat

(of a surface) continuing in a straight line with no raised or low parts

ισχυρός, λεία

ισχυρός, λεία

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "flat"
flatly

without qualification or compromise

απροκάλυπτα, κατηγορηματικά

απροκάλυπτα, κατηγορηματικά

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "flatly"
for free

without requiring any form of compensation or exchange

δωρεάν, χωρίς κόστος

δωρεάν, χωρίς κόστος

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "for free"
hard

needing a lot of skill or effort to do

δύσκολος, απαιτητικός

δύσκολος, απαιτητικός

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hard"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek