pattern

Βιβλίο Solutions - Άνω του μεσαίου - Ενότητα 4 - 4Α - Μέρος 2

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 4 - 4Α - Μέρος 2 στο βιβλίο μαθημάτων Solutions Upper-Intermediate, όπως "vibrant", "pamper", "nightlife" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Solutions - Upper-Intermediate
vibrant

full of energy, enthusiasm, and life

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "vibrant"
everything but the kitchen sink

a collection of many different things or items, often excessive or unnecessary, that includes almost everything that could be taken or brought along

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "everything but the kitchen sink"
a whale of time

an extremely enjoyable or thrilling time

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "a whale of time"
home from home

a place where one feels as comfortable and at ease as they do in their own home

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "home from home"
in the middle of nowhere

in a place that is far away from cities, towns, or anywhere that is occupied by people

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "in the middle of nowhere"
just what the doctor ordered

something that is exactly what is needed or required in a certain situation

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "just what the doctor ordered"
break

a rest from the work or activity we usually do

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "break"
physically

in relation to the body as opposed to the mind

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "physically"
to meet

to come together as previously scheduled for social interaction or a prearranged purpose

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to meet"
people

human beings as a group, including men, women, and children

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "people"
to recharge one's batteries

to relax and take a rest in order to recover one's lost energy

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to [recharge] {one's} batteries"
to take it easy

to try to be calm and relaxed and possibly rest

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to [take] it easy"
to pamper

to treat someone with extra care, attention, and comfort, often with the intention of making them feel good or relaxed

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to pamper"
spa

a large tub containing hot water and a device that moves the water, which people use to refresh their body

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "spa"
to try

to test something by doing or using it to find out if it is suitable, useful, good, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to try"
local

related or belonging to a particular area or place that someone lives in or mentions

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "local"
to soak up

to fully immerse oneself in an experience

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to soak up"
sun

the large, bright star in the sky that shines during the day and gives us light and heat

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sun"
to see

to notice a thing or person with our eyes

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to see"
sight

an instance or act of seeing something through visual perception

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sight"
to broaden one's horizons

to expand one's knowledge, experiences, or perspectives, often by exploring new places, ideas, or cultures, with the aim of gaining a broader understanding of the world

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to [broaden|expand|widen] {one's} (horizons|mind)"
to have

to hold or own something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to have"
new

recently invented, made, etc.

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "new"
experience

the skill and knowledge we gain from doing, feeling, or seeing things

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "experience"
to enjoy

to take pleasure or find happiness in something or someone

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to enjoy"
nightlife

the social activities and entertainment options that take place after dark, typically involving bars, clubs, live music, and other forms of entertainment

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nightlife"
to describe

to give details about someone or something to say what they are like

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to describe"
place

a specific location on the earth's surface, often used in mapping

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "place"
breathtaking

incredibly impressive or beautiful, often leaving one feeling amazed

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "breathtaking"
dingy

looking dark, dirty, or shabby, often because of not being taken care of or cleaned properly

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dingy"
dull

not reflecting or emitting much light

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dull"
hospitable

treating guests or visitors with friendliness, warmth, and generosity

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hospitable"
mind-blowing

causing great astonishment, awe, or surprise

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mind-blowing"
overcrowded

(of a space or area) filled with too many people or things, causing discomfort or lack of space

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "overcrowded"
remote

far away in space or distant in position

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "remote"
inaccessible

not able to be reached or entered, usually due to obstacles or restrictions

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "inaccessible"
rundown

(of a place or building) in a very poor condition, often due to negligence

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rundown"
unique

unlike anything else and distinguished by individuality

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "unique"
unspoilt

remaining in a natural or original state without any alteration, damage, or decay

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "unspoilt"
commercialized

made into a commercial enterprise, especially with the aim of making a profit

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "commercialized"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek