pattern

Βιβλίο Insight - Προ-ενδιάμεσο - Ενότητα 3 - 3D

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 3 - 3D στο βιβλίο μαθημάτων Insight Pre-Intermediate, όπως "πακέτο", "αλεύρι", "όλοι" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Insight - Pre-Intermediate
container

any object that can be used to store something in, such as a bottle, box, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "container"
packet

a small bag typically made of paper, plastic, etc., that can contain various things, such as tea, sugar, or spices

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "packet"
carton

a quantity of something stored in a large container

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "carton"
tube

a flexible container that is used to store thick liquids

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tube"
bottle

a glass or plastic container that has a narrow neck and is used for storing drinks or other liquids

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bottle"
jar

a container with a wide opening and a lid, typically made of glass or ceramic, used to store food such as honey, jam, pickles, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "jar"
box

a container, usually with four sides, a bottom, and a lid, that we use for moving or keeping things

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "box"
can

a container, made of metal, used for storing food or drink

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "can"
bag

something made of leather, cloth, plastic, or paper that we use to carry things in, particularly when we are traveling or shopping

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bag"
potato

a round vegetable that grows beneath the ground, has light brown skin, and is used cooked or fried

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "potato"
flour

a fine powder made by crushing wheat or other grains, used for making bread, cakes, pasta, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "flour"
crisp

a thin, round piece of potato, cooked in hot oil and eaten cold as a snack

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "crisp"
biscuit

a small, crisp, sweet baked good, often containing ingredients like chocolate chips, nuts, or dried fruit

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "biscuit"
olive

a very small, typically green fruit with a hard seed and a bitter taste, eaten or used to extract oil from

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "olive"
soda

a sweet fizzy drink that is not alcoholic

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "soda"
good

having a quality that is satisfying

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "good"
bad

having a quality that is not satisfying

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bad"
everyone

every single person in a group, community, or society, without exception

[αντωνυμία]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "everyone"
no one

used to say not even one person

[αντωνυμία]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "no one"
hard

needing a lot of skill or effort to do

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hard"
soft

gentle to the touch

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "soft"
long

for a great amount of time

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "long"
short

lasting for a brief time

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "short"
little

below average in size

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "little"
a lot of

people or things in large numbers or amounts

[Καθοριστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "a lot of"
natural

originating from or created by nature, not made or caused by humans

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "natural"
artificial

made by humans rather than occurring naturally in nature

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "artificial"
best

superior to everything else that is in the same category

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "best"
worst

the least desirable or most unfavorable condition, quality, or characteristic of something

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "worst"
easy

needing little skill or effort to do or understand

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "easy"
difficult

needing a lot of work or skill to do, understand, or deal with

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "difficult"
cooked

(of food) heated and ready for consumption

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cooked"
disgusting

extremely unpleasant

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "disgusting"
fresh

(of food) recently harvested, caught, or made

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fresh"
plain

simple in design, without a specific pattern

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "plain"
processed

(of food) altered in some way from its original state through various methods such as canning, freezing, or adding preservatives

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "processed"
sour

having a sharp acidic taste like lemon

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sour"
tender

(of food) easy to chew or cut

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tender"
unhealthy

not having a good physical or mental condition

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "unhealthy"
chocolate

a type of food that is brown and sweet and is made from ground cocoa seeds

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chocolate"
tissue

a piece of soft thin paper that is disposable and is used for cleaning

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tissue"
egg

an oval or round thing that is produced by a chicken and can be used for food

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "egg"
milk

the white liquid we get from cows, sheep, or goats that we drink and use for making cheese, butter, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "milk"
jam

a thick, sweet substance we make by boiling fruit with sugar and often eat on bread

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "jam"
coffee

a drink made by mixing hot water with crushed coffee beans, which is usually brown

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "coffee"
water

a liquid with no smell, taste, or color, that falls from the sky as rain, and is used for washing, cooking, drinking, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "water"
vinegar

a sour liquid that is commonly used in cooking, cleaning, or to preserve food

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "vinegar"
toothpaste

a soft and thick substance we put on a toothbrush to clean our teeth

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "toothpaste"
cream

the thick, fatty part of milk that rises to the top when you let milk sit

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cream"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek