pattern

Βιβλίο Interchange - Προ-ενδιάμεσο - Ενότητα 13 - Μέρος 2

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 13 - Μέρος 2 στο βιβλίο μαθημάτων Interchange Pre-Intermediate, όπως "αναθεώρηση", "τραγανό", "μισθός" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Interchange - Pre-intermediate
veggie

a vegetable

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "veggie"
lemonade

a drink made with water, sugar, and lemon juice

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lemonade"
lunch

a meal we eat in the middle of the day

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lunch"
cheeseburger

a type of hamburger topped with melted cheese, typically served on a bun

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cheeseburger"
special

different or better than what is normal

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "special"
sparkling water

water which is carbonated or fizzy

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sparkling water"
to review

to reconsider something, especially in order to make a decision about it or make modifications to it

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to review"
food truck

a movable kitchen that serves food on the street or at events, usually from the side or back of a truck or van

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "food truck"
at least

in a manner that conveys the minimum amount or number needed

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "at least"
dessert

‌sweet food eaten after the main dish

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dessert"
to recommend

to suggest to someone that something is good, convenient, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to recommend"
to try

to test something by doing or using it to find out if it is suitable, useful, good, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to try"
crispy

(of food) having a firm, dry texture that makes a sharp, crunching sound when broken or bitten

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "crispy"
friendly

kind and nice toward other people

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "friendly"
service

the act of serving customers in a restaurant, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "service"
to improve

to make a person or thing better

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to improve"
to hope

to want something to happen or be true

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to hope"
to tip

to give a small amount of money to a waiter, driver, etc. to thank them for their services

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to tip"
slang

words or expressions that are very informal and more common in spoken form, used especially by a particular group of people, such as criminals, children, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "slang"
to provide

to give someone what is needed or necessary

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to provide"
to vary

to make changes to or modify something, making it slightly different

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to vary"
to rely on

to have faith in someone or something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to rely on"
to add

to put something such as an ingredient, additional element, etc. together with something else

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to add"
wage

money that a person earns, daily or weekly, in exchange for their work

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "wage"
airport

a large place where planes take off and land, with buildings and facilities for passengers to wait for their flights

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "airport"
taxi driver

someone whose job involves driving a taxi and taking people to different places

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "taxi driver"
hairstylist

someone whose job is to cut people's hair or arrange it

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hairstylist"
bellhop

a person who is employed by a hotel to carry the guests' baggage to their rooms

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bellhop"
heavy

having a lot of weight and not easy to move or pick up

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "heavy"
suitcase

a case with a handle, used for carrying clothes, etc. when we are traveling

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "suitcase"
as well

used to express additional information or to say that something is true in a similar manner

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "as well"
culture

the general beliefs, customs, and lifestyles of a specific society

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "culture"
rarely

on a very infrequent basis

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rarely"
in fact

used to introduce a statement that provides additional information or emphasizes the truth or reality of a situation

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "in fact"
confusing

not clear or easily understood

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "confusing"
already

before the present or specified time

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "already"
amount

the total number or quantity of something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "amount"
customary

commonly done or practiced within a specific situation, place, or society

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "customary"
according

(followed by `to') in agreement with or accordant with

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "according"
source

somewhere, someone, or something that originates something else

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "source"
average

calculated by adding a set of numbers together and dividing this amount by the total number of amounts in that set

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "average"
probably

used to show likelihood or possibility without absolute certainty

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "probably"
prize

anything that is given as a reward to someone who has done very good work or to the winner of a contest, game of chance, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "prize"
generous

having a willingness to freely give or share something with others, without expecting anything in return

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "generous"
nursing school

a place where students can learn how to become nurses

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nursing school"
fee

the money that is paid to a professional or an organization for their services

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fee"
waitress

a woman who brings people food and drinks in restaurants, cafes, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "waitress"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek