pattern

Επίθετα που Περιγράφουν Αισθητηριακές Εμπειρίες - Επίθετα τραχιάς υφής

Αυτά τα επίθετα περιγράφουν τις απτικές ιδιότητες των επιφανειών που είναι ανομοιόμορφες, τραχιές ή λειαντικές.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Categorized English Adjectives Describing Sensory Experiences
rough

having an uneven or jagged texture

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rough"
crisp

juicy and firm in texture when describing a fruit or vegetable

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "crisp"
rocky

having a surface that is covered with large, uneven, or rough rocks, stones, or boulders

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rocky"
powdered

made up of very fine particles, often dry and loose in texture

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "powdered"
flaky

having a texture that easily breaks into small, thin layers or pieces

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "flaky"
gritty

containing or resembling small, rough particles

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gritty"
sandy

containing or composed of sand

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sandy"
coarse

having a rough or uneven surface or texture

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "coarse"
lumpy

having small, sticky lumps or irregularities in texture

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lumpy"
porous

containing small holes or gaps, allowing liquid or air to pass through

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "porous"
textured

having a surface with noticeable features or patterns

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "textured"
dry

lacking moisture or liquid

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dry"
frosted

(of glass) having a textured surface that diffuses light for privacy while still letting light through

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "frosted"
sticky

having a thick consistency that clings to surfaces when in contact

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sticky"
bumpy

having rough or uneven movements

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bumpy"
prickly

having a texture that feels sharp, spiky, or rough to the touch

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "prickly"
scratchy

having a rough, irritating surface or texture that causes discomfort or irritation

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "scratchy"
wiry

(of hair) not flexible and stiff like a wire

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "wiry"
fuzzy

covered with fine short hair or fibers, often giving a soft texture

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fuzzy"
gnarly

twisted or knotted, often used to describe trees or branches

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gnarly"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek